Λάμπρος Καραγεώργος, 28/4/2023 - 13:58 facebook twitter linkedin Μοντέλο Ασφάλισης έναντι φυσικών καταστροφών Λάμπρος Καραγεώργος, 28/4/2023 facebook twitter linkedin Σε μία πολύ σημαντική κοινή παρέμβασή τους με ένα κείμενο πολιτικής, η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή Ασφάλισης και Επαγγελματικών Συντάξεων (European Insurance and Occupational Pensions Authority- EIOPA) και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (European Central Bank- ECB) διερευνούν πιθανά μέτρα πολιτικής για την αντιμετώπιση του κενού ασφάλισης έναντι του κινδύνου των φυσικών καταστροφών που παρουσιάζουν οι χώρες της Ε.Ε. και το μετριασμό των κινδύνων καταστροφής από την κλιματική αλλαγή, μέσω μιας ενισχυμένης ασφαλιστικής κάλυψης και μέτρων προσαρμογής. Το «NextDeal» παρουσιάζει στη συνέχεια μία περίληψη του σημαντικού αυτού κειμένου, στο οποίο μεταξύ άλλων επισημαίνεται ότι τα μέτρα αυτά έχουν σχεδιαστεί, κατ’ ελάχιστον, ώστε: Να βοηθήσουν στην παροχή ταχείας αποζημίωσης ασφαλιστικών απαιτήσεων μετά από φυσική καταστροφή. Να παρέχουν κίνητρα για λήψη μέτρων μετριασμού και προσαρμογής του κινδύνου. Να είναι συμπληρωματικά στους υπάρχοντες μηχανισμούς ασφαλιστικής κάλυψης. Να απαιτούν τον επιμερισμό του κόστους και των ευθυνών μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών για τη διασφάλιση του «Προσωπικού Διακυβεύματος» (Sin in the Game) και τη μείωση του ηθικού κινδύνου. Να μειώσουν το μερίδιο των οικονομικών απωλειών από μεγάλες φυσικές καταστροφές που βαρύνουν τον δημόσιο τομέα μακροπρόθεσμα. Αν και είναι σημαντικό να αυξηθεί η ασφαλιστική κάλυψη από τα επίπεδα που βρίσκεται σήμερα, αυτό από μόνο του μπορεί να μην είναι αρκετό για να αντιμετωπιστεί με βιώσιμο τρόπο το κενό προστασίας, επισημαίνεται. Καθώς η κλιματική αλλαγή αναμένεται να αυξήσει τη συχνότητα και τη σοβαρότητα των ακραίων γεγονότων, η ασφαλιστική κάλυψη πιθανότατα θα συνεχίσει να καθίσταται πιο ακριβή ή/και λιγότερο διαθέσιμη. Ως εκ τούτου, μια αύξηση της ασφάλισης θα πρέπει να συμβεί παράλληλα με λήψη μέτρων που μπορούν να συμβάλουν στο μετριασμό των υποκείμενων κινδύνων, ειδικά όταν ορισμένοι κίνδυνοι ενδέχεται να αποδειχθούν μη ασφαλίσιμοι. Στο παρόν έγγραφο χρησιμοποιείται ο όρος «προσέγγιση κλίμακας», στο πλαίσιο της ένδειξης του μεριδίου των απωλειών από φυσικές καταστροφές που βαρύνουν τα διάφορα μέρη, σε διαφορετικά επίπεδα ζημιών. Οι πρωτασφαλιστές, οι οποίοι πωλούν συμβόλαια σε ιδιώτες και επιχειρήσεις, τείνουν να δραστηριοποιούνται σε επίπεδα χαμηλών έως μέτριων ζημιών, που χαρακτηρίζονται από γεγονότα σχετικά υψηλής συχνότητας και χαμηλού αντίκτυπου. Συνήθως, είτε αδυνατούν είτε δεν επιθυμούν να καλύψουν το πλήρες μέγεθος των ζημιών, από γεγονότα χαμηλής συχνότητας και υψηλών επιπτώσεων, όπως φυσικές καταστροφές (επίπεδο μεγάλων απωλειών). Εκχωρούν επομένως τους υπολειπόμενους κινδύνους από αυτά τα είδη γεγονότων σε αντασφαλιστές, οι οποίοι δραστηριοποιούνται σε μια παγκόσμια αγορά αντασφάλισης, για να διαφοροποιηθούν σε διάφορες γεωγραφικές περιοχές και να επιτύχουν οικονομίες κλίμακας. Επιπλέον, ορισμένοι αντασφαλιστές αγοράζουν αντασφάλιση από άλλους αντασφαλιστές (retrocession), γεγονός που παρέχει έτι περαιτέρω διαφοροποίηση. Εναλλακτικοί μηχανισμοί μεταφοράς κινδύνου, όπως τα ομόλογα καταστροφών, χρησιμοποιούνται επίσης για την κατανομή των υπολειπόμενων κινδύνων σε ένα ευρύτερο σύνολο επενδυτών της Κεφαλαιαγοράς. Ωστόσο, η μοντελοποίηση και η ασφάλιση ζημιών καθίστανται πιο δύσκολες, ακόμη και για τους αντασφαλιστές, στην περίπτωση ακραίων γεγονότων που είναι πολύ σπάνια, αλλά μπορούν να προκαλέσουν πολύ σημαντική οικονομική ζημιά όταν συμβούν. Σε τέτοια επίπεδα υψηλών ζημιών, το παραδοσιακό μοντέλο αντασφάλισης αρχίζει να φτάνει στα όριά του, με αποτέλεσμα οι αντασφαλιστές, είτε να χρεώνουν πολύ υψηλά ασφάλιστρα είτε να μην αναλαμβάνουν καθόλου κινδύνους καταστροφής («Σκληρή Αγορά»). Αυτό έχει αρνητικό αντίκτυπο στους πρωτασφαλιστές και τους ασφαλισμένους: πρέπει είτε να πληρώσουν ένα πολύ υψηλό ασφάλιστρο, είτε να επωμιστούν οι ίδιοι τον κίνδυνο (απορρόφηση). Ως εκ τούτου, οι κίνδυνοι που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, ενδέχεται να μην είναι επαρκώς ασφαλισμένοι από Στο παρόν έγγραφο χρησιμοποιείται ο όρος «προσέγγιση κλίμακας», στο πλαίσιο της ένδειξης του μεριδίου των απωλειών από φυσικές καταστροφές που βαρύνουν τα διάφορα μέρη, σε διαφορετικά επίπεδα ζημιών τον ιδιωτικό τομέα και αυτό το πρόβλημα αναμένεται να επιδεινωθεί με την υπερθέρμανση του πλανήτη. Η παρέμβαση του δημόσιου τομέα μπορεί τότε να καταστεί αναγκαία για τη συμπλήρωση της ασφάλισης που παρέχεται από τον ιδιωτικό τομέα. Η προσέγγιση κλίμακας βασίζεται στα υπάρχοντα πλαίσια ιδιωτικής ασφάλισης και παρέμβασης του δημόσιου τομέα, σε εθνικό επίπεδο. Στόχος της είναι να καταστήσει τον ιδιωτικό τομέα πιο ανθεκτικό στις καταστροφές που σχετίζονται με το κλίμα. Οι ΣΔΙΤ σε εθνικό επίπεδο μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο, διευκολύνοντας την παροχή κινήτρων για το μετριασμό του κινδύνου και προσφέροντας μέτρα προσαρμογής, προωθώντας παράλληλα την ευρεία ασφαλιστική κάλυψη. Η προσέγγιση κλίμακας στηρίζει επίσης τον πιθανό συντονισμό των προσπαθειών του δημόσιου τομέα σε επίπεδο Ε.Ε., προκειμένου να διαχειριστεί τους εναπομένοντες κινδύνους, οι οποίοι υπερβαίνουν την προγραμματισμένη ικανότητα, σε εθνικό επίπεδο. Ο σκοπός αυτών των προσεγγίσεων δεν είναι να παράσχουν άνευ όρων οικονομικές εγγυήσεις, που χρηματοδοτούνται από τους φορολογουμένους για ανασφάλιστες ζημίες, αλλά να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα στον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούνται τα δημόσια κεφάλαια και να μειώσουν τον ηθικό κίνδυνο, σε σχέση με το υπάρχον κατεστημένο της άνευ όρων και μερικές φορές κακώς στοχοθετημένης κρατικής υποστήριξης, μετά από καταστροφές. Με την πάροδο του χρόνου, αυτό θα βοηθήσει να διασφαλιστεί ότι οι ιδιωτικές ασφαλιστικές αγορές θα συνεχίσουν να λειτουργούν με εύρυθμο τρόπο εν όψει των κινδύνων που προκαλούνται από την κλιματική αλλαγή και θα μειώσει την ανάγκη για κρατική οικονομική παρέμβαση. Η εκ των προτέρων σαφήνεια, εκ μέρους της κυβέρνησης, όσον αφορά το ρόλο της στην αποζημίωση των ζημιών καθίσταται σημαντική για να είναι αποτελεσματικές οι ιδιωτικές ασφαλιστικές αγορές. Επιπλέον, η αυξημένη απορρόφηση των ασφαλίσεων και οι πιο ανθεκτικές ιδιωτικές ασφαλιστικές αγορές θα μεταφραστούν σε χαμηλότερο μερίδιο οικονομικών ζημιών που θα βαρύνουν τον δημόσιο τομέα. Χαμηλές έως μέτριες ζημιές: Πιθανά μέτρα για την ενίσχυση της ιδιωτικής ασφάλισης και της ασφάλισης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής (Impact Underwriting) Το Impact Underwriting είναι μια στρατηγική ανάληψης και τιμολόγησης, η οποία στοχεύει στο να δώσει κίνητρα στον αντισυμβαλλόμενο να εφαρμόσει εκ των προτέρων (διαρθρωτικά) μέτρα και να μειώσει την έκθεση σε κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα. Η τιμή της ασφάλισης και οι συμβατικοί όροι και προϋποθέσεις, υπό τις οποίες προσφέρεται ασφάλιση, αποτελούν ισχυρές ενδείξεις για το επίπεδο κινδύνου. Ως εκ τούτου, τα κίνητρα βάσει κινδύνου, τα οποία συνδέονται με τα ασφάλιστρα, συμβάλλουν στην ενίσχυση της ευαισθητοποίησης των αντισυμβαλλομένων όσον αφορά τις τρέχουσες ευπάθειες. Και οι εκπτώσεις ασφαλίστρων μπορούν να παρέχουν κίνητρα για την εφαρμογή μέτρων προσαρμογής και μετριασμού που ελαχιστοποιούν την έκθεση σε φυσικούς κινδύνους, σε κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα. Για παράδειγμα, οι μειώσεις των ασφαλίστρων θα μπορούσαν να συσχετιστούν με κατοικίες που πληρούν ορισμένα κριτήρια όσον αφορά την αντιπλημμυρική προστασία, σε περιοχές που είναι επιρρεπείς στις πλημμύρες ή με την προστασία από καταιγίδες και με χρήση δεδομένων καιρού σε πραγματικό χρόνο, καθώς και συστημάτων ειδοποίησης όσον αφορά την ασφάλιση των καλλιεργειών. Το κόστος της εφαρμογής του μέτρου μείωσης του κινδύνου θα μπορούσε να αντισταθμιστεί με ένα χαμηλότερο ασφάλιστρο. Η ενσωμάτωση των μέτρων προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή στα ασφαλιστικά προϊόντα απαιτεί όχι μόνο καινοτόμο σχεδιασμό προϊόντων, αλλά και συντονισμό μεταξύ ασφαλιστών και δημόσιων φορέων. Για παράδειγμα, η τυποποίηση των πρακτικών εκτίμησης κινδύνου μπορεί να βοηθήσει στην αναγνώριση των μέτρων προσαρμογής στα ασφαλιστικά συμβόλαια. Παρόμοιες προσεγγίσεις υπάρχουν στην ασφαλιστική αγορά των ΗΠΑ, για παράδειγμα με βάση το πρόγραμμα FORTIΛED του Ινστιτούτου Ασφάλισης της Προστασίας Επιχειρήσεων και Κατοικιών (IBHS), το οποίο παρέχει συστάσεις για μέτρα πρόληψης κινδύνων από την κλιματική αλλαγή, που σχετίζονται με κινδύνους από τον άνεμο, το χαλάζι και τις πυρκαγιές. Στις ΗΠΑ, το Εθνικό Πρόγραμμα Ασφάλισης Πλημμύρας (NΛP) προσφέρει χαμηλότερα ασφάλιστρα όταν εφαρμόζονται μέτρα μετριασμού των πλημμυρών και σε ορισμένες Πολιτείες οι ασφαλισμένοι μπορούν να λάβουν εκπτώσεις στην ασφάλιση της περιουσίας τους εάν το ακίνητο πληροί ορισμένα κριτήρια. Η προσιτή τιμή και η προσβασιμότητα, από μόνες τους, μπορεί να μην επαρκούν για να διασφαλίσουν υψηλά επίπεδα ιδιωτικής ασφαλιστικής κάλυψης έναντι αυτών των καταστροφών. Υψηλότερες ζημιές: Πιθανά μέτρα που σχετίζονται με ομόλογα αντασφάλισης και καταστροφών Αντασφάλιση Η αντασφάλιση παίζει πολύ βασικό ρόλο στη διαχείριση του κινδύνου από γεγονότα χαμηλής συχνότητας, αλλά με σημαντικές επιπτώσεις, όπως τυφώνες, πυρκαγιές και μεγάλες πλημμύρες («επίπεδο υψηλών απωλειών»). Η διαφοροποίηση τέτοιων κινδύνων γίνεται σταδιακά πιο δύσκολη, όσο ανεβαίνουμε σε υψηλότερα επίπεδα ζημιών. Οι μεγάλοι αντασφαλιστές συχνά διαφοροποιούνται σε διάφορες γεωγραφικές περιοχές και εκμεταλλεύονται τις οικονομίες κλίμακας, ώστε να έχουν πρόσβαση και να χρησιμοποιούν τα κεφάλαια πιο αποτελεσματικά. Ορισμένοι αντασφαλιστές αγοράζουν τη δική τους ασφάλιση από άλλους αντασφαλιστές (αντεκχώρηση). Οι διμερείς συμφωνίες μεταξύ (αντ)ασφαλιστών, ενδεχομένως να γίνουν εξαιρετικά περίπλοκες, περιλαμβάνοντας συνδυασμό διαφόρων τύπων αντασφάλισης (π.χ. αναλογικές έναντι μη αναλογικών). Μια κακή κριτική στον κλάδο ασφάλισης και αντασφάλισης ζημιών αφορά το γεγονός ότι τα συμβόλαια για κινδύνους όπως ο κίνδυνος καταστροφής (και άλλοι κίνδυνοι ζημιών γενικότερα) δομούνται και τιμολογούνται ετησίως. Αν και αυτό το χαρακτηριστικό προστατεύει τους (αντ)ασφαλιστές από τις επιπτώσεις μιας εσφαλμένης τιμολόγησης του κινδύνου, δεν ενθαρρύνει όμως και την ενσωμάτωση της κλιματικής αλλαγής στο σχεδιασμό και την τιμολόγηση της αντασφάλισης, καθώς υπάρχει πάντα η «σύντομη διαδρομή» της αναπροσαρμογής του ασφάλιστρου μετά από ένα έτος. Τα μακροπρόθεσμα ασφαλιστικά συμβόλαια, τα οποία παρέχουν εγγυημένη τιμή (ή εγγυημένη ανώτατη και κατώτατη τιμή) για περίοδο από 3 έως και 25 χρόνια, θα μπορούσαν να ενισχύσουν σημαντικά την προσαρμογή, παρέχοντας μεγαλύτερα κίνητρα στους ασφαλισμένους να επενδύσουν σε οικονομικά αποδοτικά μέτρα αντίστασης και ανθεκτικότητας, όσον αφορά την περιουσία τους (Maynard και Ranger, 2012). Στην πράξη, ωστόσο, υπάρχουν πιθανές αντισταθμίσεις που σχετίζονται με πολυετή ασφαλιστικά συμβόλαια ζημιών. Τέτοιες συμβάσεις θα μπορούσαν να μειώσουν την ευελιξία και τις επιλογές για τους πελάτες, καθώς οι τελευταίοι δεν θα μπορούσαν εύκολα να επαναδιαπραγματευτούν συμβάσεις ή να στραφούν σε εναλλακτικό (αντ)ασφαλιστή. Μπορούν επίσης να αυξήσουν τον κίνδυνο αφερεγγυότητας των (αντ)ασφαλιστών και να αυξήσουν την πολυπλοκότητα της μοντελοποίησης του κινδύνου καταστροφής. Χωρίς τη δυνατότητα της ετήσιας αναπροσαρμογής των συμβολαίων, οι (αντ)ασφαλιστές είναι πιθανό να χρεώνουν υψηλότερα ασφάλιστρα στην αρχή, ώστε να απορροφήσουν τέτοιους κινδύνους. Εναλλακτική μεταφορά κινδύνου - Όμόλογα καταστροφών Η αλυσίδα μεταφοράς κινδύνου από τους ασφαλιστές στους αντασφαλιστές συμβάλλει στη βελτίωση της ασφαλιστικότητας σε τομείς υψηλού κινδύνου και στη μείωση της αστάθειας των ασφαλιστικών αποζημιώσεων. Ωστόσο, στα υψηλότερα επίπεδα ζημιών, το κόστος του κεφαλαίου που απαιτείται για την κάλυψη της έκθεσης στον κίνδυνο μπορεί απλώς να καταστεί ασύμφορο για τα ιδιωτικά ιδρύματα. Οι Cummins και Trainar (2009) υποστηρίζουν ότι για τέτοιους κινδύνους, η έκδοση μετοχών μπορεί να μην είναι ο καλύτερος τρόπος πρόσβασης στις κεφαλαιαγορές. Σε αυτήν την περίπτωση μπορούν να φανούν χρήσιμοι εναλλακτικοί μηχανισμοί μεταφοράς κινδύνου, όπως τα ασφαλιστικά χρεόγραφα (ILS). Οι (αντ)ασφαλιστές χρησιμοποιούν συχνά εναλλακτικούς μηχανισμούς μεταφοράς κινδύνου που αξιοποιούν κεφάλαια από πηγές άλλες, εκτός των μετόχων της εταιρείας (παραδοσιακή αντασφάλιση), ώστε να ενισχύσουν την ικανότητα ανάληψης κινδύνου. Τα ομόλογα καταστροφών είναι ένας τύπος ILS που μεταφέρει τον ασφαλιστικό κίνδυνο στους επενδυτές της Κεφαλαιαγοράς. Οι (αντα)ασφαλιστές συνήθως χρησιμοποιούν ομόλογα καταστροφών για να διαχειριστούν την έκθεση σε γεγονότα πολύ χαμηλής πιθανότητας, αλλά υψηλού αντίκτυπου. Οι επενδυτές συσσωρεύουν κεφάλαια όταν αγοράζουν αυτούς τους τίτλους και αναλαμβάνουν τον ασφαλιστικό κίνδυνο με αντάλλαγμα ένα κουπόνι. Εάν επισυμβεί ο καλυπτόμενος κίνδυνος, οι επενδυτές πρόκειται να χάσουν ολόκληρο ή μέρος του ποσού που καταβλήθηκε προκαταβολικά. Όπως και άλλες μορφές τιτλοποίησης, όπως είναι τα χρεόγραφα που υποστηρίζονται από ενυπόθηκα δάνεια (MBS), τα οποία συγκεντρώνουν τα ενυπόθηκα δάνεια σε έναν φορέα ειδικού σκοπού (SPV), έτσι και τα ομόλογα καταστροφών συγκεντρώνουν επίσης το κεφάλαιο των επενδυτών σε ένα SPV. Ενώ το εισόδημα που καταβάλλεται στους επενδυτές από ένα ενυπόθηκο δάνειο συνδέεται με τον πιστωτικό κίνδυνο των ενυπόθηκων δανειοληπτών, στην περίπτωση των ομολόγων καταστροφής, το εισόδημα συνδέεται με τη μοντελοποιημένη αναμενόμενη απώλεια από το ασφαλισμένο γεγονός. Τα ομόλογα καταστροφών προσφέρουν πολλά οφέλη, τόσο στους επενδυτές όσο και στους (αντα)ασφαλιστές. Επιτρέπουν τη μεταφορά του κινδύνου καταστροφής σε ένα ευρύτερο σύνολο επενδυτών, διαφοροποιώντας έτσι τις πηγές κεφαλαίων των (αντ)ασφαλιστών. Σε αντίθεση με την παραδοσιακή ασφάλιση ζημιών, τα ομόλογα καταστροφών είναι συνήθως δομημένα έτσι ώστε να παρέχουν κάλυψη για πολλά χρόνια, γεγονός που μπορεί να βοηθήσει στην παροχή ορισμένων από τα οφέλη που αναφέρονται παραπάνω. Η χρήση ενός συνδυασμού παραδοσιακής αντασφάλισης και ομολόγων καταστροφών μπορεί επίσης να μειώσει το συνολικό κόστος κάλυψης για τους (αντα)ασφαλιστές, καθώς τα υψηλότερα επίπεδα ζημιών είναι πιθανό να είναι πιο κοστοβόρο να αντασφαλιστούν αποκλειστικά μόνο μέσω της παραδοσιακής αντασφάλισης (Trottier & Lai, 2017). Εθνικά μέτρα - Ό ρόλος του δημόσιου τομέα Δημόσια Μέτρα Διαχείρισης Κινδύνου Καταστροφής Επί του παρόντος, η υποστήριξη από τον δημόσιο τομέα παρέχεται συχνά μέσω έκτακτης βοήθειας, που έχει συμφωνηθεί να δίδεται μετά από μια καταστροφή. Οι κυβερνήσεις συνήθως αυξάνουν τους φόρους, ανακατανέμουν κεφάλαια από άλλες δραστηριότητες που προβλέπονται στον Προϋπολογισμό ή/και εκδίδουν ομόλογα για να συγκεντρώσουν τους οικονομικούς πόρους που απαιτούνται για την επισκευή δημόσιων υποδομών και την υποστήριξη των επηρεαζόμενων νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Αυτή η εκ των υστέρων κυβερνητική ελάφρυνση ενδεχομένως να δημιουργεί αβεβαιότητα στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, αφού οι άν- θρωποι μπορεί να μην είναι βέβαιοι για το πότε ή αν θα λάβουν στήριξη, με πιθανές περαιτέρω δυσμενείς μακροοικονομικές συνέπειες. Δεδομένου ότι είναι συνήθως άνευ όρων, μια τέτοια ανακούφιση μπορεί επίσης να δημιουργήσει ηθικό κίνδυνο, καθώς δεν παρέχει κίνητρα στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις να προσαρμοστούν και να μειώσουν την ευαλωτότητά τους έναντι κινδύνων καταστροφών. Ο δημόσιος τομέας μπορεί να προετοιμαστεί γι’ αυτές τις ενδεχόμενες υποχρεώσεις, ενισχύοντας την εκ των προτέρων στρατηγική διαχείρισης κινδύνων καταστροφών. Σε αυτήν μπορεί να περιλαμβάνεται και η εκ των προτέρων υποστήριξη ενδεχόμενης χρηματοδότησης και μεταφοράς κινδύνου, για παράδειγμα, μέσω της δημιουργίας εθνικών αποθεματικών, η συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα για τη δημιουργία ασφαλιστικών συστημάτων δημόσιου/ιδιωτικού τομέα που να συγκεντρώνουν και να διαφοροποιούν τους κινδύνους ή η αξιοποίηση προϊόντων Κεφαλαιαγοράς, που να μεταφέρουν μέρος του κινδύνου στους επενδυτές. Τέτοιες προσεγγίσεις μπορούν να εξασφαλίσουν πιο έγκαιρη και πιο σίγουρη πρόσβαση στη χρηματοδότηση μετά από καταστροφές. Επιπλέον, μπορεί να αποδειχθούν πιο αποτελεσματικές και καλύτερα στοχοθετημένες, από την εκ των υστέρων ανακούφιση από καταστροφές, εάν ενθαρρύνουν και αξιοποιούν την ισχυρή συνεργασία με τον ιδιωτικό (αντα)ασφαλιστικό τομέα, συμβάλλοντας έτσι δυνητικά στην αντιμετώπιση και τον περιορισμό των επιπτώσεων των καταστροφών στις διάφορες χώρες. Μπορούν επίσης να αυξήσουν τα κίνητρα για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να προσαρμοστούν, απαιτώντας σταδιακή μείωση του κινδύνου και μέτρα προσαρμογής που θα βοηθούσαν στη μείωση των μελλοντικών απωλειών όταν επισυμβεί μια καταστροφή, περιορίζοντας έτσι και τον ηθικό κίνδυνο. Γενικότερα, οι χώρες θα πρέπει να αναπτύξουν τα δημοσιονομικά τους πλαίσια, ώστε να προσδιορίσουν και να λάβουν υπόψη το κόστος των φυσικών καταστροφών, την προσαρμογή και το μετριασμό, προκειμένου να πραγματοποιήσουν ενημερωμένες αντισταθμιστικές ενέργειες. Αυτό απαιτεί καλύτερη πληροφόρηση και δεδομένα, καθώς και βελτιωμένη διακυβέρνηση και διαχείριση των κλιματικών κινδύνων. Τα μέτρα πρόληψης όσον αφορά την ευπάθεια των κτιρίων, οι κανόνες σχεδιασμού που καθορίζουν τη θέση της έκθεσης στον κίνδυνο και οι ανθεκτικές στην κλιματική αλλαγή δημόσιες επενδύσεις ενδεχομένως να αποτελούν επίσης σημαντικά στοιχεία μιας ανθεκτικής κοινωνίας. Σε αυτά μπορεί επίσης να περιλαμβάνονται (ενδεχομένως εξαιρετικά αμφιλεγόμενες) συζητήσεις, όσον αφορά τη διαχειριζόμενη υποχώρηση από περιοχές ιδιαίτερα εκτεθειμένες σε κινδύνους. Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα-Τι γίνεται στην Ε.Ε Οι ΣΔΙΤ είναι ασφαλιστικά προγράμματα, τα οποία παρέχουν κρατική οικονομική υποστήριξη, που έρχεται να συμπληρώσει τη ζημία που ασφαλίζει ο ιδιωτικός τομέας. Μπορούν να υποστηρίξουν τη συνολική λειτουργία της ασφαλιστικής αγοράς, παρέχοντας πρόσθετη κάλυψη, είτε μέσω απευθείας ασφάλισης είτε μέσω αποζημίωσης ενός ιδιώτη (αντ)ασφαλιστή, έναντι έκτακτων γεγονότων. Σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες υπάρχουν ήδη ΣΔΙΤ για τη διαχείριση συγκεκριμένων κινδύνων καταστροφών. Για παράδειγμα, το Caisse Centrale de Réassurance (CCR) στη Γαλλία παρέχει αντασφάλιση για κινδύνους που σχετίζονται με φυσικές καταστροφές. Η κάλυψη πρέπει να περιλαμβάνεται σε όλα τα συμβόλαια ασφάλισης περιουσίας. Ωστόσο, για να είναι επιλέξιμη για αποζημίωση μέσω του συστήματος, η ζημιά πρέπει να καλύπτεται κατ’ αρχήν από ιδιωτική ασφάλιση περιουσίας. Έτσι, το σύστημα βασίζεται στο δίκτυο του ασφαλιστικού κλάδου, για να εξασφαλίσει ευρεία κάλυψη. Ομοίως, η Consorcio de Compensación de Seguros (CCS) στην Ισπανία παρέχει κάλυψη για κινδύνους καταστροφών, η οποία συνδέεται υποχρεωτικά με την έγκυρη σύναψη ενός ασφαλιστηρίου συμβολαίου (συνήθως από ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες) σε ορισμένους τομείς επαγγελματικής δραστηριότητας. Η υποχρεωτική αυτή συμπερίληψη των κινδύνων καταστροφής, αποτελεί συχνά βασικό στοιχείο των δημόσιων ή/και ασφαλιστικών συστημάτων ΣΔΙΤ. Η υποχρεωτική ασφαλιστική κάλυψη, που είναι προαπαιτούμενο για όλους όσον αφορά την ασφάλιση έναντι καταστροφών ή/και η υποχρεωτική προσφορά κάλυψης (απαιτείται από τους ασφαλιστές να προσφέρουν κάλυψη καταστροφών παράλληλα με, για παράδειγμα, ασφάλιση περιουσίας), συνεπάγεται ορισμένους συμβιβασμούς. Μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση της ασφαλισιμότητας σε περιοχές υψηλού κινδύνου, μέσω του καταμερισμού του κινδύνου. Ο περιορισμός του πεδίου κάλυψης ενδέχεται να οδηγήσει στα ίδια κενά κάλυψης που αυτό το ίδιο σύστημα στοχεύει να αντιμετωπίσει. Από την άλλη πλευρά, τα συστήματα υποχρεωτικής ασφάλισης που υποστηρίζονται από τον δημόσιο τομέα μπορεί να αποδειχθούν οπισθοδρομικά και να καταλήξουν να επιδοτούν την ανάπτυξη σε επικίνδυνες περιοχές, καθώς και να αυξάνουν τον υπολειπόμενο κίνδυνο. Επιπλέον, χωρίς κατάλληλες διασφαλίσεις, η βελτιωμένη τιμή ασφαλίστρου για την ασφάλιση καταστροφών μπορεί να αποθαρρύνει τη μείωση του κινδύνου και τα μέτρα προσαρμογής. Για παράδειγμα, το Εθνικό Πρόγραμμα Ασφάλισης Πλημμύρας (NΛP) στις Ηνωμένες Πολιτείες απαιτεί από τους κατόχους ακινήτων σε περιοχές υψηλού κινδύνου πλημμυρών να έχουν κάνει ασφάλιση πλημμύρας για ενυπόθηκα δάνεια από δανειστές που υποστηρίζονται από την κυβέρνηση. Μέχρι το 2021, το NΛP χρεώνει το ίδιο ποσό για την ασφάλιση, ανεξάρτητα από την αξία του ακινήτου και το μερίδιο που έχει ήδη ασφαλιστεί ιδιωτικά. Η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Διαχείρισης Έκτακτης Ανάγκης (FEMA) προσάρμοσε στη συνέχεια αυτόν το μηχανισμό, για να διασφαλίσει ότι οι τιμές ασφάλισης αντικατοπτρίζουν τους κινδύνους σε επίπεδο μεμονωμένων κτιρίων, ενισχύοντας έτσι και τα κίνητρα για μείωση του κινδύνου. Ο σχεδιασμός των ΣΔΙΤ θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα τέσσερα στοιχεία μιας κοινής λύσης για την ανθεκτικότητα: (i) εκτίμηση κινδύνου, (ii) πρόληψη κινδύνου, (iii) σχεδιασμός προϊόντος και (iv) μεταφορά κινδύνου. Αυτό συνεπάγεται ότι πρέπει να γίνουν κατ’ αρχήν ορισμένα βήματα, προτού αποφασιστούν οι λεπτομέρειες των ρυθμίσεων επιμερισμού του κινδύνου. Πρώτα και κύρια, πρέπει να επιτευχθεί σωστή κατανόηση των υποκείμενων κινδύνων, για παράδειγμα μέσω της ενισχυμένης ανταλλαγής πληροφοριών όσον αφορά τη μοντελοποίηση του κινδύνου καταστροφής. Δεύτερον, τα μέτρα πρόληψης για το μετριασμό και την προσαρμογή του κινδύνου θα πρέπει να αποτελούν προαπαιτούμενα για τη συμμετοχή του δημόσιου τομέα. Τρίτον, τα ασφαλιστικά προϊόντα θα πρέπει να σχεδιάζονται με τρόπο που να είναι εύκολο για τον ασφαλισμένο να κατανοήσει και να παρέχει την κατάλληλη κάλυψη με οικονομικά προσιτό ασφάλιστρο. Μέτρα σε επίπεδο Ε.Ε. Μια πιθανή συνιστώσα ευρωπαϊκής ασφάλισης Οι προσεγγίσεις για τη διαχείριση κινδύνου καταστροφών διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. Αυτό αντανακλά εν μέρει τα ποικίλα γεωγραφικά και κλιματολογικά χαρακτηριστικά των κρατών-μελών, γεγονός που τα αφήνει εκτεθειμένα σε διαφορετικούς κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα (π.χ. παράκτιες πλημμύρες, πλημμύρες ποταμών, πυρκαγιές και ανεμοθύελλες). Το γεγονός αυτό οδηγεί σε έναν ιστορικά αδύναμο διακρατικό συσχετισμό μεταξύ των μεγάλων καταστροφών, που σχετίζονται με το κλίμα, οι οποίες σπάνια επηρεάζουν πολλές χώρες της Ε.Ε. ταυτόχρονα. Με αυτό το δεδομένο, ενδεχομένως να υπάρξουν οφέλη από τη διαφοροποίηση και τη συγκέντρωση κινδύνων που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σε επίπεδο Ε.Ε., ιδίως σε σχέση με πολύ μεγάλες καταστροφές. Ειδικότερα, μια ενισχυμένη ευρωπαϊκή δημοσιονομική συνιστώσα για την ανακούφιση από φυσικές καταστροφές θα μπορούσε να συμπληρώσει τα εθνικά ασφαλιστικά συστήματα, με τη διάθεση οικονομικής βοήθειας για ανασυγκρότηση στα κράτη- μέλη μετά από μεγάλες και σπάνιες καταστροφές. Μια τέτοια προσέγγιση, θα μπορούσε να συμβάλει στην περαιτέρω κάλυψη του κενού προστασίας της κλιματικής ασφάλισης, παρέχοντας επίσης κίνητρα στα κράτη-μέλη να ενισχύσουν την εθνική τους ασφαλιστική κάλυψη και να επιδιώξουν το μετριασμό του κινδύνου, συμπεριλαμβανομένων μέτρων προσαρμογής και μετριασμού. Βοηθώντας στο να γείρει η ζυγαριά περαιτέρω προς λύσεις εκ των προτέρων πρόληψης του κινδύνου καταστροφών, ένα πρόγραμμα σε επίπεδο Ε.Ε. θα μπορούσε ακόμη και να μειώσει το συνολικό μερίδιο των δαπανών όσον αφορά καταστροφές που σχετίζονται με το κλίμα που βαρύνουν τον δημόσιο τομέα, σε σύγκριση με το υφιστάμενο κατεστημένο έκτακτης ανάγκης, κυρίως σε εθνικό επίπεδο, της οικονομικής ανακούφισης μετά την καταστροφή. Η Ε.Ε. παρέχει επί του παρόντος μόνο περιορισμένη ανακούφιση σε περίπτωση καταστροφής, η οποία δεν αφορά συγκεκριμένα γεγονότα που σχετίζονται με το κλίμα, με τη μορφή του ΤΑΕΕ. Τα κράτη-μέλη μπορούν να ζητήσουν από το ΤΑΕΕ οικονομική βοήθεια για έκτακτη ανακούφιση και ανασυγκρότηση, για μη ασφαλισμένες ζημίες, μετά από μεγάλες καταστροφές, αλλά οι πληρωμές είναι μικρές σε σύγκριση με το συνολικό κόστος τέτοιων συμβάντων. Οι αρχικές πληρωμές μετά από καταστροφή περιορίζονται στο 25% της συνολικής προβλεπόμενης συνεισφοράς και δεν μπορούν να υπερβαίνουν τα 100 εκατομμύρια ευρώ ανά κράτος-μέλος. Στη συνέχεια το κείμενο περιγράφει ορισμένες βασικές αρχές για έναν κοινό ευρωπαϊκό μηχανισμό ασφαλείας για τα κράτη-μέλη της Ε.Ε., όσον αφορά τους κινδύνους φυσικών καταστροφών που σχετίζονται με το κλίμα για να καταλήξει σε ένα συμπέρασμα. Συμπέρασμα Η ασφάλιση καταστροφών παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στο μετριασμό των ζημιών που προκύπτουν από ακραία καιρικά και κλιματικά φαινόμενα. Μόνο το ένα τέταρτο αυτών των ζημιών καλύπτεται επί του παρόντος στην Ευρώπη, με αποτέλεσμα επιβαρύνσεις σε μεμονωμένα νοικοκυριά και επιχειρήσεις, καθώς και μακροοικονομικό και δημοσιονομικό κόστος σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Η αντιμετώπιση αυτού του κενού ασφαλιστικής προστασίας θα προσέφερε σημαντικά οικονομικά οφέλη. Η κλιματική αλλαγή -η οποία είναι πιθανό να οδηγήσει σε συχνότερες και πιο καταστροφικές καταστροφές- καθιστά την ανάγκη αντιμετώπισης του κενού προστασίας ακόμα πιο επιτακτική, ιδίως με το δεδομένο ότι το κενό μπορεί να διευρυνθεί έτι περαιτέρω. Με το παρόν, προτείνονται πιθανές ενέργειες που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη για τη μείωση του κενού προστασίας της κλιματικής ασφάλισης, την παροχή κινήτρων για το μετριασμό του κινδύνου, τα μέτρα προσαρμογής και τη μείωση του μεριδίου των οικονομικών ζημιών από μεγάλες καταστροφές που βαρύνει τον δημόσιο τομέα. Συγκεκριμένα, προτείνεται μια προσέγγιση κλίμακας που βασίζεται στα υφιστάμενα πλαίσια ιδιωτικής (αντ)ασφάλισης, ομολόγων καταστροφών και παρεμβάσεων του εθνικού δημόσιου τομέα. Εξετάζεται επίσης η πιθανότητα ενός πιο συντονισμένου και μακροπρόθεσμου συντονισμού και παρέμβασης, σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο, όσον αφορά ιδιαίτερα σοβαρές καταστροφές. Το παρόν έγγραφο στοχεύει να ενθαρρύνει τη συζήτηση και να ζητήσει ανατροφοδότηση σχετικά με τις αρχές, το πλαίσιο και τις πιθανές δράσεις πολιτικής. Η ΕΚΤ και η EIOPA θα συνεχίσουν να αναλύουν τις επιπτώσεις του κενού ασφαλιστικής προστασίας και τις επιλογές πολιτικής που ορίζονται σε αυτό το έγγραφο και θα καλωσορίζουν σχόλια και ανατροφοδότηση, σε όλες τις πτυχές του περιεχομένου του. Τα σχόλια θα πρέπει να αποστέλλονται σε αυτό το e- mail, ιδανικά έως τις 15 Ιουνίου 2023: ecb_ [email protected] Ακολουθήστε το Nextdeal.gr στο Google News .
Λάμπρος Καραγεώργος, 11/08/2019 - 20:58 Allianz Ελλάδος: Πως συρρίκνωσε τους δείκτες ζημιών, ενίσχυσε παραγωγή και κεφάλαια το 2018, τι περιμένει το 2019!
Λάμπρος Καραγεώργος, 08/07/2019 - 10:49 Η Κυβέρνηση Ν.Δ. γεννά πολλές προσδοκίες για μεγάλες αλλαγές στον ασφαλιστικό κλάδο
Τα στελέχη της αγοράς βλέπουν νέο τοπίο στην ιδιωτική ασφάλιση μετά τις εκλογές Ένα από τα πρώτα νομοσχέδια της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας θα είναι για το ασφαλιστικό. Αυτό είναι το μήνυμα που... Λάμπρος Καραγεώργος, 02/07/2019 - 10:48
Μία πρόταση για τις εισφορές του Επικουρικού Κεφαλαίου που πρέπει να μελετηθεί! Κατά 0,61% μειώθηκαν τα έσοδα του Επικουρικού Κεφαλαίου από εισφορές Μελών το 2018, σε σχέση με τα αντίστοιχα έσοδα του... Λάμπρος Καραγεώργος, 27/06/2019 - 12:20
Οι δείκτες φερεγγυότητας των εταιρειών ΕΠΥ Σε ικανοποιητικά επίπεδα κινούνται οι δείκτες φερεγγυότητας ορισμένων εκ των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα με καθεστώς Ελεύθερης Παροχής Υπηρεσιών (ΕΠΥ). Το... Λάμπρος Καραγεώργος, 11/06/2019 - 10:41
Επικουρικό Κεφάλαιο: Μείωσε τις εκκρεμείς υποθέσεις από τις 37.000 στις 9.000! Κατά 75% σχεδόν έχει μειώσει τον τελευταίο 1,5 χρόνο τις εκκρεμείς υποθέσεις το Επικουρικό Κεφάλαιο, σύμφωνα με όσα ανέφερε ο... Λάμπρος Καραγεώργος, 03/06/2019 - 10:07
Τι συμβαίνει με τις ΕΠΥ; Σε 13 ανέρχονται οι εταιρείες-μέλη του Επικουρικού Κεφαλαίου που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας με καθεστώς Ελεύθερη Παροχής Υπηρεσιών, σύμφωνα με τον... Λάμπρος Καραγεώργος, 30/05/2019 - 09:17
Καταγράφηκαν οι πρώτες αυξήσεις στα ασφάλιστρα αυτοκινήτων Αλλάζει το κλίμα στην ασφάλιση αυτοκινήτου καθώς η μία μετά την άλλη οι ασφαλιστικές εταιρείες αναπροσαρμόζουν τα ασφάλιστρα στον κλάδο. Άλλες... Λάμπρος Καραγεώργος, 24/05/2019 - 13:14