Ηλίας Προβόπουλος, 22/11/2021 - 09:35 facebook twitter linkedin Αραρίσκοντας Ηλίας Προβόπουλος: Η Χώρα της Αμοργού στην ομίχλη Ηλίας Προβόπουλος, 22/11/2021 facebook twitter linkedin Οι περισσότεροι απ’ όσους επισκέπτονται τα καλοκαίρια τους τη μοναδική Αμοργό, κρατούν στην ψυχή τους για να τη θυμούνται, τις στιγμές που έζησαν και εύχονται να επαναληφθούν και το επόμενο καλοκαίρι. Άλλοι, για να μην ξεχάσουν το όμορφο νησί, αιχμαλωτίζουν μόνο με το φακό τους και ψηφιοποιούν εικόνες νοτισμένες από την πιο γαλάζια θάλασσα του κόσμου, από τις υπέροχες παραλίες, τη φύση και βεβαίως τη νύχτα που έχει το δικό της χρώμα. Όπως και νά’χει, όλοι και καθένας με τον τρόπο του την κρατάνε στην καρδιά τους. Την Αμοργό όμως όλο το χρόνο και ιδιαίτερα τη χειμωνιάτικη, την κρατάνε στην καρδιά τους μόνο οι ντόπιοι και όσοι μπορούν να ξεπεράσουν το άγονο σύνδρομο που τους θέλει να δίνουν το παρών τους στο νησί μόνο κάθε καλοκαίρι, άντε και κάποιοι που ταξιδεύουν μέσα στο Νοέμβρη να παραβρεθούν στο μεγάλο πανηγύρι της Χοζοβιώτισσας. Γι’ αυτούς η Αμοργός δεν είναι το νησί με το απέραντο γαλάζιο, όπως μας υποχρέωσε τελευταία η κινηματογραφική βιομηχανία να το αποκαλούμε, αλλά ένα αληθινό ελληνικό νησί, με τις ομορφιές του, τους ανθρώπους του και τη δική του πλήρη ζωή όλες τις ημέρες του χρόνου. Όσοι λοιπόν την επισκεφθούν κατά τους χειμωνιάτικους μήνες θα γνωρίσουν μια άλλη Αμοργό, ένα νησί ντυμένο στα γόνιμα χρώματα του χειμώνα, της εποχής που κυοφορεί την ανθοφορία της άνοιξης. Η θάλασσα, δεν φορά εκείνο το λαμπερό βαθύ μπλε που την έκανε διάσημη αλλά το αυστηρό γαλάζιο της περισυλλογής, οι ακτές διαρκώς λούζονται από τα αφρισμένα κύματα και τα βουνά της, όπως και οι εξοχές της, ησυχάζουν κάτω από τη σταχτοπράσινη φλούδα που προμηνύει την πρώτη βλάστηση. Έτσι σχεδόν συμβαίνει σε όλα τα νησιά, ο χειμώνας όπως και το καλοκαίρι μοιράζουν δίκαια τα χρώματά τους σε όλες τις Κυκλάδες, μικρές ή μεγάλες. Στην Αμοργό όμως όλες οι χειμωνιάτικες ημέρες δεν είναι ίδιες, λόγω της ομίχλης η οποία είναι ένα συνηθισμένο φαινόμενο σε όλη τη διάρκεια του χρόνου. Ακόμα και το καλοκαίρι οι κορυφές της είναι πολλές φορές κρυμμένες σε πυκνά σύννεφα τα οποία, στην πρόοδο της ημέρας, σιγά – σιγά διαλύονται και στο γεγονός αυτό οφείλεται μάλλον το εξαιρετικό φως των μεσημεριών της και τα πολύχρωμα δειλινά. Δεν θα ήταν υπερβολή να λέγαμε πως στα βουνά της Αμοργού, όπως εξάλλου και στο Ζα της αντικρινής Νάξου, κατοικούν μόνιμα οι θεότητες που εξουσιάζουν την ομίχλη και ανάλογα με τη διάθεσή τους, τη σκορπούν στον ουρανό του Αρχιπελάγους. Η ομίχλη της Αμοργού όμως το χειμώνα, μπορεί να μην έχει τη λεπτότητα της καλοκαιρινής, έχει όμως τη σοβαρότητα ενός καιρικού φαινομένου που εξελίσσεται στην εποχή του και επηρεάζει με πολλούς τρόπους τη ζωή του νησιού. Ίσως είναι και η μοναδική περίπτωση ομίχλης στο Αρχιπέλαγος που δρα ευεργετικά τόσο στη φύση, όσο και στις διαθέσεις των ανθρώπων. Λειτουργεί θα λέγαμε, όπως το χιόνι σε άλλα νησιά ή στην ηπειρωτική Ελλάδα. Εκείνο όμως που την χαρακτηρίζει είναι η μυθική διάσταση που δίνει σε ολόκληρο το νησί, καθώς με τα πέπλα της ακυρώνει εν πολλοίς την εικόνα που έχουν, κυρίως οι επισκέπτες. Έτσι περιορίζει τους ανοιχτούς ορίζοντες, περιορίζει τα φρυγμένα τοπία, στιλβώνει τα φυλλώματα της ιθαγενούς χλωρίδας και μαλακώνει τη γη. Η ομίχλη όπως φυτρώνει από τα βουνά της Αμοργού κάνει αόρατη την περίβλεπτο κορυφή του Προφήτη Ηλία, το υψηλότερο σημείο του νησιού, κρύβει τους ορίζοντες από όλες τις κατευθύνσεις και σκεπάζει το βουβό, με τη μοναχική εκκλησία του Αι Γιώργη, διαρκώς κλειδωμένο αρχαίο κάστρο. Ακόμα και τη γερόντισσα εκκλησία της Κερά Λεούσας που κοιμάται στη ρίζα των βράχων καλύπτει με τα πέπλα της. Πίσω από τις πτυχές της, αχνοφαίνεται η ιστορία της Χώρας καθώς μέσα στην ύλη της λιώνουν οι πολεμίστρες των Ενετών, διαλύονται οι σκάλες των επιδρομέων και μόνο τα πέτρινα σκαλιά που οδηγούν τους επισκέπτες στην πόρτα του κάστρου θυμίζουν πως, γύρω από αυτόν τον θεμελιακό βράχο που μοιάζει ως τεράστιος ομφαλός, κάποτε οργανώθηκε η ζωή σε αυτό τον τόπο. Όποιος ανέβει τα σμιλεμένα στο βράχο σκαλοπάτια θα έχει την τύχη να αγναντέψει την ομορφότερη Χώρα όλων των Κυκλάδων σε μια σπάνια στιγμή της. Μιας χώρας που κατάφερε να διατηρήσει σχεδόν αλώβητα τα στοιχεία που τη συνθέτουν και την εικόνα της ακέραια, μια Χώρα που γίνεται ακόμα πιο όμορφη όταν η ομίχλη, σαν ένα πηχτό γαλακτώδες χρώμα, απλώνεται λες από τα πινέλα ενός μυθικού ζωγράφου πάνω σε ένα καμβά από οικοδομές, εγκαταστάσεις και σοκάκια και αφαιρεί ό,τι κατά την αίσθηση αυτού του Δημιουργού, προκαλεί με την αυθαιρεσία του και ταπεινώνει το ωραίο, το χειροποίητο και το ανθρώπινο. Η ομίχλη δημιουργεί σε όλες τις γωνιές της Χώρας διάφανους χώρους που κρύβουν την απουσία των ανθρώπων. Τα κλειδωμένα σπίτια δεν αποπνέουν μελαγχολία, νομίζεις πως οι άνθρωποι που τα κατοικούν απλά είναι μέσα, ησυχάζουν, μπορεί και να κοιμούνται πίσω από τα μανταλωμένα παράθυρα. Το περπάτημα στις γειτονιές και τις μικρές πλατείες με τις ναρκωμένες βουκαμβίλιες, τις γυμνές κληματαριές και τις γλάστρες με τα μελαγχολικά γεράνια, γίνεται σιωπηλός ερωτικός διάλογος με το χώρο καθώς τίποτα δεν το τρομάζει, βήματα δεν ακούγονται από πουθενά κι αν ακούγονται, είναι βήματα που τίποτα δεν τα βιάζει. Από τη μια πόρτα ως την άλλη. Μερικά ακούγονται στη διαδρομή από το Πλατύστενο μέχρι τη Λόζα και σβήνουν ή μπροστά στη δισυπόστατη εκκλησία της Μητρόπολης ή στο Δημαρχείο κι άλλα ηχούν μέσα στον πλακόστρωτο λαβύρινθο του κεντρικού δρόμου πηγαίνουν μέχρι την Πλατέα. Εκεί, στο καφενείο του «Φωτοδότη», γύρω από τη στάση του λεωφορείου ανασαίνει η μικρή κοινωνία της Αμοργού ολόκληρο το χειμώνα. Το διάφανο στοιχειό σκεπάζει τις ταράτσες με τους άκομψους ηλιακούς θερμοσίφωνες και πασχίζει να κρύψει το μεταλλικό τέρας που λέγεται κεραία τηλεφωνίας και είναι στημένο στην είσοδο του χωριού για να θυμίζει θαρρείς πως κάποιοι μπορεί να έχουν τη δύναμη της επιβολής, αλλά στερούνται της στοιχειώδους αισθητικής παιδείας και, δυστυχώς, αυτοί οι κάποιοι, είναι η κεντρική εξουσία και οι μηχανισμοί της. Σαν μια αγαθή πνοή η ομίχλη προσπαθεί να καλύψει και τις βλάσφημες κολώνες του ηλεκτρικού που βιάζουν τα λειασμένα καλντερίμια και τα σύρματα του τηλεφώνου που προσβάλλουν τους τοίχους των σπιτιών, κάθε τι που τρομάζει ή παραποιεί την εικόνα της Χώρας. Ακόμα και τα καινούργια κτίρια, πολλά από τα οποία δυστυχώς ξεχωρίζουν από την προχειρότητα και την αισθητική αυθάδεια, κι αυτά προσπαθεί να τα κρύψει. Η ομίχλη στη Χώρα της Αμοργού σταματά το χρόνο. Γδύνει από τα καινούργια ρούχα τους ανθρώπους και δίνει διαχρονική υπόσταση στις σκιές τους. Στην επικράτειά της δεν έχει θέση η μόδα, οι τάσεις και οι υπερβολές. Υποτάσσει τη κίνηση στο ρυθμό της, την όραση στην πυκνότητά της. Δημιουργεί καινούργια τοπία και αποσυνθέτει τα συνηθισμένα. Εξαϋλώνει τα δέντρα και υποτάσσει τη σιωπή στις άδειες γλάστρες των μπαλκονιών και στις φλύαρες πινακίδες των καταστημάτων. Μέσα στην ομίχλη οι τρούλοι των εκκλησιών της Χώρας σβήνουν αόρατα στον ουρανό, η λευκή τους επιφάνεια σμίγει με τη διάφανη ύλη του καιρού και, καθώς φαίνεται να κολυμπούν μέσα στον υγρό αέρα, νομίζεις πως θα απογειωθούν για να χαθούν ξαφνικά στον απύθμενο αιθέρα του Αρχιπελάγους. Σβήνουν οι γωνίες των σπιτιών, ημερώνουν οι ακμές των τοίχων, χάνονται τα σημάδια του νοικοκύρη, όλα μοιάζουν σαν να είναι μέσα σε μια κάψουλα που μεταφέρει στο διαρκή χρόνο, μια παγωμένη στιγμή του νησιού. Κάποιες καμπάνες μόνο με τον ήχο τους μπορεί να προσανατολίσουν τον επισκέπτη δηλώνοντας πως σ’ εκείνο το σημείο είναι η βυζαντινή εκκλησία των Αγίων Πάντων, το μοναστήρι του Φωτοδότη Χριστού, οι Τρείς Εκκλησιές στο Πλατεάκι, η Ζωοδόχος Πηγή και οι Τρείς Ιεράρχες στη Απάνω Γειτονιά, η Παναγία η Βλησσανή και ο Άγιος Βασίλειος στη συνοικία Βλυχά. Η ομίχλη στην Αμοργό δεν έχει συνειρμούς από σκοτεινά δάση, απάτητα βουνά και μυστικά φαράγγια, ούτε έχει τους κινδύνους που διανθίζουν τα παραμύθια των βορείων λαών, θάταν χαμένη λέξη να την πούμε αντάρα όπως την λένε σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Η ομίχλη στη Χώρα της Αμοργού είναι στοργική, δεν είναι κρύα όπως στα βουνά της ηπειρωτικής Ελλάδας, δεν γδέρνει με τις σταγόνες της τους τοίχους και τα κουφώματα, δεν μυρίζει ελατόκλαρα και φύλλα από βελανιδιές. Έχει τη γεύση του αλμυρού πελάγους και των αέρηδων που το αλωνίζουν, της σκληρής πέτρας, του ξερού σχίνου και του μαδημένου θυμαριού. Δεν έρχεται από κανένα δροσερό μονοπάτι ανάμεσα από χαμόκλαδα, έρχεται από τις σκονισμένες στράτες που ζώνουν οι ξερολιθιές και από εξοχές που έχουν ξεχάσει από καιρό το όργωμα, το θέρισμα και τον τρύγο. Με τη δύναμή της, διαλύει το λευκό των τοίχων και ακυρώνει τα χρώματα που καλύπτουν πόρτες, παράθυρα και κάγκελα, μπαίνει κάτω από τη φλούδα τους, τη σηκώνει, ετοιμάζει τον καιρό που θάρθει ο ήλιος με τη φλόγα του να τη γδάρει. Έτσι παλιώνουν τα χρώματα στη χώρα της Αμοργού. Έτσι κλείνουν τον ετήσιο κύκλο τους και έτσι υποχρεώνουν όλους τους Χωραϊτες να ξαναπιάσουν το πινέλλο και τη βούρτσα, να τα φρεσκάρουν, για να μοιάζει καινούργια η Χώρα το καλοκαίρι. Είναι μια μοναδική εμπειρία το περπάτημα στις γειτονιές της Χώρας όταν η ομίχλη αγγίζει τις στέγες και φθάνει μέχρι τα μάτια. Όποιος δε περπατήσει στα σοκάκια του Τρούλου, με κατεύθυνση την Εμπροστιάδα και διαβεί τη μεγάλη καμπύλη στοά, στην έξοδό της θα βρεθεί μπροστά σε ένα μοναδικό φαινόμενο. Θα δει την ομίχλη να πασχίζει να εισχωρήσει στη στοά και να διαλύεται κάτω από τα ξύλινα δοκάρια της οροφής της. Πιο πέρα από την Εμπροστιάδα, στην αρχή του μονοπατιού που οδηγεί στο μοναστήρι της Χοζοβιώτισσας, η ομίχλη νοτίζει τους ασβεστωμένους τοίχους της Μονής του Φωτοδότη, χώνεται στο καμπαναριό κυλάει προς τους γκρεμούς πάνω από την Παναγιά τη Χοζοβιώτισσα και ακινητοποιείται σε ένα ύψος ασφαλείας από τη θάλασσα φοβούμενη μήπως και την καταπιεί το ασίγαστο στοιχειό που δέρνει ολοχρονίς τις σκληρές ακτές. Εκεί πάνω από τους θεόρατους γκρεμούς, νοιώθεις σαν να κατεβαίνουν μπροστά σου τα θεμέλια του ουρανού και να αιωρούνται πάνω από τη θάλασσα. Πάνω από τους ίδιους γκρεμούς, ορθώνονται οι αγαθές σκιές των ερειπωμένων μύλων στο μεσημβρινό ορίζοντα της Χώρας και προσπαθούν να δηλώσουν την παρουσία τους σε ενα τοπίο που τρέχει όσο και ο αέρας. Ολόκληρα σύννεφα παίζουν με την όραση και ανάλογα με τα κέφια των ανέμων κρύβουν και φανερώνουν σε όποιον σταθεί εκεί τα κομμάτια της ομορφότερης από όλα τα Κυκλαδονήσια Χώρας. Οι τραυματισμένοι από τον καιρό άνεργοι ανεμόμυλοι μέσα στην ομίχλη χάνουν το σχήμα τους, γίνονται παγεροί όγκοι. Ό,τι απόμεινε από τα φτερά τους, τα ξύλα και κάτι υπόλοιπα από τα σχοινιά, ακινητοποιημένα μέσα στην ομίχλη μοιάζουν με γυμνά καράβια που πάγωσαν ξαφνικά μέσα σε μια άγνωστη θάλασσα του βορρά, η σαν φαντάσματα που φανερώνονται τις στιγμές που ο νους σαλεύει από τα παραμύθια. Μέσα στην ομίχλη, όμως κρύβονται και οι ασχήμιες τους, είτε αυτές προέρχονται από την εγκατάλλειψη είτε από τραύματα που προκάλεσε ο καιρός. Όταν κρύβονται εντελώς, ένα παράξενο συναίσθημα σε οδηγεί σε μια στιγμή του μέλλοντος, όταν, από τις ίδιες αιτίες, στο σημείο που βρίσκονται σήμερα οι μύλοι, δεν θα υπάρχει τίποτα εκτός από κάποιους σωρούς ερειπίων. Είναι μια εικόνα που μπορεί να αποδιώχνουν οι Αμοργινοί από τη σκέψη τους, αλλά με τίποτα δεν μπορούν να αποτρέψουν την πορεία των μύλων προς την ολική καταστροφή και, νομοτελειακά, αυτά τα λαμπρά μνημεία να γίνουν μια μέρα ένας σωρός από πέτρες. Καθώς άλλαξαν οι καιροί, τίποτα δεν μπορεί να τα κρατήσει όρθια, τίποτα δεν μπορεί να θέσει σε κίνηση το μηχανισμό τους. Η αγροτική παραγωγή της Αμοργού διαρκώς φθίνει και, εξάλλου, οι μηχανές είναι πιο αποτελεσματικές. Ακόμα και αν, σαν από θαύμα, μια μέρα αναστηθούν τα παρατημένα χωράφια και χρειαστεί να μπουν μπροστά οι μύλοι, τίποτα δεν θα μοιάζει όπως παλιά, καθώς η τέχνη της κατασκευής και της λειτουργίας τους έχει χαθεί. Σε μια στροφή των νέων καιρών, η σκυτάλη του μυλωνά έπεσε και την κατάπιε η γη. Η Χώρα με το κάστρο της στα δυτικά και το πέλαγος στα ανατολικά ήταν ο ορίζοντας των ανεμόμυλων και η κίνησή τους φανέρωνε την ένταση των αέρηδων. Ήταν στιγμές που οι βοριάδες έκαναν τα φτερά τους να γυρίζουν σαν τρελλά, κάθε στιγμή νόμιζες πως θα τα ξεκολλήσει και θα τα ταξιδέψει στο πέλαγος ή θα βρεθούν στις πλαγιές του Προφήτη Ηλία. Ήταν στιγμές που και ο ίδιος ο μύλος δεν ένοιωθε σίγουρος στα πόδια του, τόσο δυνατός ήταν ο αέρας. Σήμερα, μόνο κάτι λίγοι ηλικιωμένοι κοιτάζουν κατά τη μεριά των μύλων όταν λυσσομανάει ο αέρας για να μαντέψουν την έντασή του. Η ομίχλη στην Αμοργό είναι πολύτιμη, σε ένα νησί που στερείται νερού. Αόρατα εμποτίζει τον υδροφόρο ορίζοντα, κάθε σταγόνα της χωνεύεται σιγά – σιγά και κατευθύνεται στις υπόγειες υγρές σπηλιές και τα πηγάδια και κοιμάται μέχρι να ακούσει τον ήχο από τον πλαστικό κουβά που θα γεμίσει να ξεδιψάσει τα κατσίκια. Για τους Αμοργίνους σημαίνει και κάτι άλλο -άλλοι κι αλλού τόχουν ξεχάσει- την αρχή σχεδόν του νέου γεωργικού έτους. Κι αυτό επειδή, στην Κάτω Μεριά της Αμοργού, κάποιοι άνθρωποι συνεχίζουν να ασχολούνται με τη γεωργία. Μια γεωργία που εκτός από κάποια μηχανήματα σε τίποτα δεν έχει αλλάξει εδώ και αιώνες. Οι βροχές και οι ομίχλες είναι ιδιαίτερα ευεργετικές για τη σπορά και βεβαίως βοηθούν πολύ τα ζωντανά αφού γλυκαίνει τη χλωρίδα όλου του νησιού. Για τον ξένο, μπορεί η Χώρα της Αμοργού να μοιάζει ναρκωμένη μέσα στην ομίχλη του χειμώνα, πιθανόν και άδεια καθώς δεν φαίνονται γύρω της αγροτικές εγκαταστάσεις, ούτε άλλες δραστηριότητες. Μοιάζει σαν τις στιγμές του καλοκαιριού, που όταν ακουστεί το σφύριγμα του καραβιού ξαφνικά αδειάζει από όλα τα αυτοκίνητα και ο κόσμος κατευθύνεται στο λιμάνι. Η μέρα μέσα στην ομίχλη περνάει αργά, τα βράδια όμως αποκτούν ζωή καθώς ορισμένα καταστήματα συνεχίζουν τη λειτουργία τους γιατί, σε αντίθεση με άλλα γειτονικά νησιά, οι μόνιμοι κάτοικοι της Αμοργού ασκούν ακόμα δραστηριότητες όπως η γεωργία και η κτηνοτροφία που τους θέλουν παρόντες όλο το χρόνο στο νησί. Αμοργός, Νοέμβριος 2004 Ακολουθήστε το Nextdeal.gr στο Google News .
Αραρίσκοντας Ηλίας Προβόπουλος: Η χαμένη εμπειρία της ζωής Η συνέχεια μιας ομάδας ανθρώπων, από την πρώιμη ιστορία μέχρι την στιγμή που δημιουργήθηκε η οικογένεια, η πατριά (φατριά), η... Ηλίας Προβόπουλος, 25/01/2022 - 10:40
Αραρίσκοντας Ηλίας Προβόπουλος: Τι αλήθεια περιμένουμε από τον χειμώνα; Γνωρίζω πολύ καλά τι σημαίνει χειμώνας –όπως και καλοκαίρι– γιατί μεγάλωσα σε ένα χωριό και εκτιμώ τις συνέπειες έχει κάθε... Ηλίας Προβόπουλος, 24/01/2022 - 10:25
Αραρίσκοντας Ηλίας Προβόπουλος: Τα παλιά σπίτια και ο χειμώνας Όπως και να’ χει το πράγμα, ο χειμώνας είναι κάπως άγριο πράγμα και όσα χαριτωμένα δίνουν εσχάτως ονόματα στα φαινόμενά... Ηλίας Προβόπουλος, 21/01/2022 - 10:26
Αραρίσκοντας Ηλίας Προβόπουλος: 'Ενας ακτήμων της Δημοσιογραφίας στις εκλογές της ΕΣΗΕΑ H ακτημοσύνη ήταν κάτι που με χαρακτήριζε από την νεανική ηλικία και είναι μια στάση ζωής που υπηρέτησα πιστά μέχρι... Ηλίας Προβόπουλος, 21/01/2022 - 09:02
Αραρίσκοντας Ηλίας Προβόπουλος: Μην τύχει και αρρωστήσεις χειμώνα… Όταν έλεγαν οι παλιότεροι «καλό χειμώνα» εννοούσαν βέβαια να περάσει αυτός με ήπιες χιονοπτώσεις, λίγο πάγο και προπαντός, να μην... Ηλίας Προβόπουλος, 20/01/2022 - 09:01
Αραρίσκοντας Ηλίας Προβόπουλος: Το βάρος του χιονιού στα έλατα Είναι άπειρες οι χιονονιφάδες όταν πέφτουν από τον ουρανό· κάθε μια σε διαφορετική αστεροειδή μορφή με έξι ακτίνες και δημιουργούνται... Ηλίας Προβόπουλος, 19/01/2022 - 08:34