Ηλίας Προβόπουλος, 20/7/2022 - 10:12 facebook twitter linkedin Αραρίσκοντας Ηλίας Προβόπουλος: Σε κατασκήνωση πριν από μισό αιώνα Ηλίας Προβόπουλος, 20/7/2022 facebook twitter linkedin Γιορτή σήμερα (τι γιορτή με τη στάχτη της Πεντέλης να πέφτει ως την Αίγινα) και είχα σκεφτεί να γράψω κάτι που να ξεχωρίζει από την όποια επικαιρότητα ή αναφορά που να σχετίζεται και με το Κυπριακό ανοιχτό ακόμη μετά από τόσα χρόνια. Κάτι που να έχει σχέση με την ημέρα που γιορτάζει ο άγιος των κορυφών, ο Προφήτης Ηλίας και να έχει να κάνει και με τον κόσμο της υπαίθρου όπως αυτός λειτουργούσε πριν από μισό αιώνα περίπου… Είχα βρει πρόσφατα σε ένα συρτάρι κάποιες ξεχασμένες φωτογραφίες από την πρώτη κατασκήνωση που πήγα στη ζωή μου και μέσω αυτών είχα σκεφτεί να μεταφερθούμε νοερά στη δεκαετία του ’60 που η έννοια διακοπές αφορούσε ένα πολύ μικρό ποσοστό της ελληνικής κοινωνίας, κυρίως τους υπαλλήλους του Δημοσίου που για την περίπτωση χρησιμοποιούσαν τον όρο «άδεια». Οι υπόλοιποι που δούλευαν στον ιδιωτικό τομέα, στα εργοστάσια, τις βιοτεχνίες και οπουδήποτε αλλού έπαιρναν κι αυτοί κάποια άδεια αλλά καμιά σχέση δεν είχε αυτή με τις σημερινές «διακοπές» και τα ζητήματα που δημιουργούν. Έτσι ήταν και για τους μαθητές εκείνων των χρόνων, ειδικά στην ύπαιθρο που ακόμη οι αγροτικές δραστηριότητες δεν είχαν αρχίσει να λιγοστεύουν και ο κόσμος που κατοικούσε σε αυτή, αρκετός και με μεγάλες υποχρεώσεις, ειδικά το καλοκαίρι που ήταν ο καιρός της παραγωγής και της σοδειάς των περισσότερων προϊόντων. Όλοι ήταν στο πόδι και φυσικά, από αυτή την κινητοποίηση δεν εξαιρούνταν κανένας σε ηλικία πάνω από τα 8 χρόνια και ακόμη μικρότερο. Έτσι κάθε σπίτι που είχε μαθητές, περίμενε πως και πως να κλείσει το σχολείο να αναλάβουν τα παιδιά κάποιες δουλειές, ανάλογες πάντα την δύναμη που είχε το καθένα, την αντίληψη και την προσαρμογή. Δουλειές όπως η βοσκή των ζώων, η φύλαξη των χωραφιών και των κήπων, κάποια ποτίσματα, συνοδεία ζώων στις μεταφορές, το μάζεμα των καρπών και άλλες σχετικά ελαφρές περίμεναν όλα τα παιδιά μόλις έκλεινε το σχολείο. Η ανάγκη κάθε οικογένειας δεν σήκωνε αντιρρήσεις και για να μην βαραίνει πολύ το πράγμα, δίνονταν για υποσχέσεις ότι στις ημέρες των πανηγυριών δεν θα είχαν αυτές τις υποχρεώσεις και θα μπορούσαν να τις απολαύσουν όσο ήθελαν. Σάμπως και υπήρχε και τίποτα άλλο να χαρούν τα παιδιά εκείνων των χρόνων; Όσο για το διάβασμα ή τα φροντιστήρια το καλοκαίρι, ήταν κάτι άγνωστο εκείνα τα χρόνια σε όλη την ύπαιθρο. Σε αυτό το κλίμα λοιπόν η εντολή από τον πατέρα μου στη μάνα μου αρχές Ιουλίου το 1968 να μου ετοιμάσει κάποια πράγματα για να πάω κατασκήνωση έπεσε σαν βόμβα. Κατασκήνωση; Που; Στην Άνω Καλλιθέα, ένα μικρό χωριό πάνω από την Σπερχειάδα. Ούτε που το είχα ακούσει αυτό το μέρος και ομολογώ πως δεν με ενθουσίασε καθόλου η ιδέα γιατί θα έχανα τις λίγες ώρες που περίσσευαν από τις δουλειές που είχα χρεωθεί να παίξω με τα παιδιά του χωριού που είχαν έρθει για παραθέριση. Δεν μπορούσα να κάνω όμως διαφορετικά. Ήταν εντολή και έπρεπε να υλοποιηθεί. Αργότερα κατάλαβα πως ούτε του πατέρα μου άρεσε η ιδέα αλλά δεν μπορούσε να κάνει κι αυτός αλλιώς γιατί είχε έρθει ειδική εγκύκλιος από την Νομαρχία σε όλους τους δασκάλους να κάνουν μια λίστα με τα παιδιά για να πάνε κατασκήνωση και λόγω των πολιτικών συνθηκών εκείνης της περιόδου, δεν υπήρχε περίπτωση να εκφραστούν αντιρρήσεις από κανέναν. Έτσι κάποιο πρωί, πέρασε ένα λεωφορείο απ’ όλα τα χωριά και μάζεψε τα παιδιά και τα κορίτσια της 5ης και της 6ης τάξης με προορισμό την Άνω Καλλιθέα. Εκεί φθάσαμε περίπου σε μια ώρα και αυτό που αντικρύσαμε δεν έμοιαζε καν με κατασκήνωση όπως αυτή είχαμε στο μυαλό μας. Στο μεγάλο ίσιωμα στις πλαγιές του δασωμένου βουνού μας περίμεναν πέντε μεγάλα πέτρινα μακρόστενα κτίρια που είχαν ονόματα όπως «Κύπρος», «Βόρεια Ήπειρος», «Μακεδονία» και άλλα που δεν θυμάμαι. Μας έβαλαν στη σειρά, με τα μπογαλάκια με τα ελάχιστα ρούχα μας παρά πόδα και μας μοίρασαν σε ομάδες, χώρια τα αγόρια, χώρια τα κορίτσια. Εμένα όπως και έναν ξαδερφό μου, τον Δημήτρη μας έβαλαν στο κτίριο «Μεσολόγγι» και τον συγχωριανό Κώστα Τσιλίκα στο «Βόρεια Ήπειρος». Μετά την πρώτη συγκέντρωση, μέσα σε ένα σύννεφο σκόνης μας μας εξήγησαν γιατί μας έφεραν εκεί. Να απολαύσουμε το καλοκαίρι μας, να γνωρίσουμε παιδιά από άλλα χωριά και να μορφωθούμε κοινωνικά, πάνω κάτω ήταν τα λόγια τους. Φυσικά όλα αυτά μέσα σε ένα καθεστώς πειθαρχίας και αυστηρότητας, πράγματα αναγκαία γιατί πολύ δύσκολα θα μπορούσαμε να πούμε πως θα μπαίναμε σε σειρά 200 τόσα αγρίμια που μέχρι τότε δεν είχαμε βγει έξω από το χωριό μας και δεν είχαμε γνωρίσει άλλους εκτός τους χωριανούς μας. Και καθένα με τις συνήθειες του σπιτιού του που για λίγες ημέρες έπρεπε να ξεχαστούν και να αποτελούμε όλοι ένα σύνολο στο οποίο δεν θα ξεχώριζε κανένας. Φυσικά όλοι έπρεπε να σεβόμαστε την αρχηγό και να ακούμε τις ομαδάρχισσες που είχε κάθε θάλαμος και μας πρόσεχαν για να μην κάνουμε αταξίες, να τηρούμε τη σειρά μας στο συσσίτιο, στις τουαλέτες, στο μπάνιο, σε όλες τις εκδηλώσεις που παίρναμε μέρος. Παρ’ αυτά τα καταφέραμε θαυμάσια όλοι. Τρεις εβδομάδες μείναμε εκεί ακολουθώντας το πρόγραμμα που ήταν πρωϊνό εγερτήριο, προσευχή μπροστά στο Ηρώο, ρόφημα στη μεγάλη αίθουσα, γυμναστική, δεκατιανό και πάλι διάφορα επιμορφωτικά παιχνίδια και ομιλίες. Ακολουθούσε μεσημεριανό, υποχρεωτικός ύπνος ως το απόγευμα, μετά διάφορα παιχνίδια στο γήπεδο μπροστά από το κτίριο, φαγητό και κατόπιν ελεύθερος χρόνος μέχρι την βραδινή κατάκλιση. Αυτές ήταν οι καλύτερες ώρες να μιλήσουμε μεταξύ μας, να πιάσουμε φιλίες, να ανοιχτούμε σε περισσότερο προσωπικά, να ανταλλάξουμε σκέψεις. Ήταν η πρώτη φορά που διαβαίναμε τα σύνορα του κόσμου, έστω κι αν αυτά δεν πήγαιναν παραπέρα από την Άνω Καλλιθέα, την Σπερχειάδα και την Μακρακώμη. Την επόμενη φορά πιστεύαμε πως θα μας πήγαιναν κατασκήνωση στη θάλασσα αλλά αρχίσαμε ήδη να μεγαλώνουμε και οι δουλειές του σπιτιού μας καλούσαν κι εκείνο το καλοκαίρι στην Άνω Καλλιθέα, το θυμόμαστε ακόμη… ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Τις φωτογραφίες από εκείνη την εποχή οφείλουμε στον πολυτάλαντο Νίκο Παλαιοβράχα, συγχωριανό από τη Μεσαία Κάψη, ο οποίος εργάζονταν εκείνη την περίοδο στα μαγειρεία της κατασκήνωσης και παράλληλα έκανε και τον φωτογράφο. Στην κεντρική φωτογραφία: Μπροστά στο κτίριο «Κύπρος» οι κατασκηνωτές με την αρχηγό και τις ομαδάρχισσες. Στην κατασκήνωση της Άνω Καλλιθέας με τον ξάδερφό μου Δημήτρη Αρ. Προβόπουλο. Στην κατασκήνωση της Άνω Καλλιθέας με τον συγχωριανό μου Κώστα Τσιλίκα. Ακολουθήστε το Nextdeal.gr στο Google News .