Nextdeal newsroom, 5/9/2012 - 09:21 facebook twitter linkedin Εργοδότες: Προσέξτε τις συνήθειες σας… Nextdeal newsroom, 5/9/2012 facebook twitter linkedin Προσοχή στις "συνήθειες" τους στο πως χειρίζονται δηλαδή θέματα που αφορούν στις εργασιακές σχέσεις, θα πρέπει να δείχνουν οι εργοδότες γιατί μπορεί αυτές σύμφωνα με απόφαση του Αρείου Πάγου να αποτελέσουν δίκαιο. Διαβάστε τη σχετική απόφαση (από το www.e-forologia.gr) Απόφαση 249/2012 (Β1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Επειδή, η επιχειρησιακή συνήθεια, δηλαδή η πρακτική που έχει διαμορφωθεί από μακροχρόνιο ομοιόμορφο χειρισμό ορισμένων ζητημάτων που ανάγονται στις σχέσεις εργοδότη και μισθωτού μέσα στο χώρο μιας επιχείρησης, δεν αποτελεί από μόνη της πηγή γένεσης αξιώσεων, μπορεί όμως να αποτελέσει βάση σιωπηρής συμφωνίας. Αυτό συμβαίνει όταν ο εργοδότης, είτε ρητά με ανακοίνωσή του υπόσχεται στους εργαζομένους τη χορήγηση μελλοντικών παροχών υπό ορισμένες προϋποθέσεις, είτε χωρίς θετική υπόσχεση, χορηγεί συνεχώς τέτοιες στους εργαζομένους, οπότε η αποδοχή των παροχών αυτών από τους τελευταίους παρέχει τη βάση της σύμβασης δεσμεύσεως και αφαιρεί από την πράξη το χαρακτήρα της μονομερούς και συνεπώς ελευθέρως ανακλητής θελήσεως. Για την ύπαρξη όμως επιχειρησιακής συνήθειας απαιτείται η συμπεριφορά του εργοδότη να είναι γενική και απρόσωπη, να αντιμετωπίζεται δηλαδή το ίδιο θέμα κατά τρόπο γενικό, μακροχρόνιο και ομοιόμορφο, στην δε αγωγή, η οποία ερείδεται επί της επιχειρησιακής συνήθειας, πρέπει να εκτίθενται τα πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προκύπτει ότι ο εργοδότης αντιμετώπισε το συγκεκριμένο θέμα κατά τον ως άνω τρόπο. ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥB1΄ Πολιτικό Τμήμα Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ηλία Γιαννακάκη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη, Βαρβάρα Κριτσωτάκη, Ανδρέα Δουλγεράκη και Δημήτριο Κόμη, Αρεοπαγίτες.Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 6η Δεκεμβρίου 2011, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:Της αναιρεσείουσας: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΑΛΥΚΕΣ ΑΕ", που εδρεύει στο Μεσολόγγι, διατηρεί υποκατάστημα στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Φέτση. Του αναιρεσιβλήτου: Π.Α.Π., κατοίκου ..., ο οποίος παραστάθηκε αυτοπροσώπως με την ιδιότητά του ως δικηγόρου.Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 24-2-2005 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 213/2009 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 5958/2010 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 5-4-2011 αίτησή της και τον από 2-11-2011 πρόσθετο λόγο αυτής, με τις δε από 10-11-2011 προτάσεις της ζητεί την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Βαρβάρα Κριτσωτάκη διάβασε την από 15-11-2011 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε να απορριφθούν όλοι οι λόγοι της αιτήσεως αναιρέσεως και ο πρόσθετος λόγος αυτής κατά το δεύτερο μέρος του, να γίνει δε δεκτός ο πρόσθετος λόγος κατά το πρώτο μέρος του. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και του προσθέτου λόγου, καθώς και την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, ο αναιρεσίβλητος την απόρριψή τους, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη. ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟΕπειδή, η επιχειρησιακή συνήθεια, δηλαδή η πρακτική που έχει διαμορφωθεί από μακροχρόνιο ομοιόμορφο χειρισμό ορισμένων ζητημάτων που ανάγονται στις σχέσεις εργοδότη και μισθωτού μέσα στο χώρο μιας επιχείρησης, δεν αποτελεί από μόνη της πηγή γένεσης αξιώσεων, μπορεί όμως να αποτελέσει βάση σιωπηρής συμφωνίας. Αυτό συμβαίνει όταν ο εργοδότης, είτε ρητά με ανακοίνωσή του υπόσχεται στους εργαζομένους τη χορήγηση μελλοντικών παροχών υπό ορισμένες προϋποθέσεις, είτε χωρίς θετική υπόσχεση, χορηγεί συνεχώς τέτοιες στους εργαζομένους, οπότε η αποδοχή των παροχών αυτών από τους τελευταίους παρέχει τη βάση της σύμβασης δεσμεύσεως και αφαιρεί από την πράξη το χαρακτήρα της μονομερούς και συνεπώς ελευθέρως ανακλητής θελήσεως. Για την ύπαρξη όμως επιχειρησιακής συνήθειας απαιτείται η συμπεριφορά του εργοδότη να είναι γενική και απρόσωπη, να αντιμετωπίζεται δηλαδή το ίδιο θέμα κατά τρόπο γενικό, μακροχρόνιο και ομοιόμορφο, στην δε αγωγή, η οποία ερείδεται επί της επιχειρησιακής συνήθειας, πρέπει να εκτίθενται τα πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προκύπτει ότι ο εργοδότης αντιμετώπισε το συγκεκριμένο θέμα κατά τον ως άνω τρόπο. Εξάλλου, η διάταξη του άρθρου 94 παρ. 1 εδ. τελευταίο του Κώδικα περί δικηγόρων (Ν.Δ. 3026/1954) , όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 παρ. 1 του Ν.Δ. 3790/1957 , ορίζει ότι "εν περιπτώσει λύσεως της συμβάσεως δια καταγγελίας του εντολέως, ο δικηγόρος δικαιούται να λαμβάνει την συμπεφωνημένην εντός των ορίων του άρθρου 92 του παρόντος αμοιβήν του, μέχρι πλήρους αποζημιώσεως". Από αυτή τη διάταξη σαφώς προκύπτει ότι δεν ιδρύεται ακυρότητα της καταγγελίας της συμβάσεως εντολής από τη μη καταβολή πλήρους αποζημιώσεως και επομένως η σύμβαση που καταγγέλθηκε, λύεται οπωσδήποτε, η δε υποχρέωση του εντολέα για την καταβολή της συμφωνημένης αμοιβής στο δικηγόρο μέχρι καταβολής πλήρους της αποζημιώσεως είναι παροχή ex lege προς το δικηγόρο, που επιβάλλεται ως είδος ποινής στον εντολέα και μέσο εξαναγκασμού του για την καταβολή της αποζημιώσεως. Πρόκειται δηλαδή, για μη νόθο αντικειμενική ευθύνη του εντολέα, που προϋποθέτει πταίσμα του, έστω και από ελαφρά αμέλεια, κατά το άρθρο 330 του ΑΚ εφόσον δεν ορίζεται κάτι άλλο από το νόμο. Το πταίσμα όμως τούτο, κατά την έννοια της ανωτέρω διατάξεως, τεκμαίρεται από μόνη την καθυστέρηση της καταβολής πλήρους της αποζημιώσεως. Γίνεται δηλαδή στην περίπτωση αυτή αντιστροφή του βάρους της αποδείξεως και ο δικηγόρος που ζημιώθηκε δεν χρειάζεται να αποδείξει την υπαιτιότητα του εντολέα του, αφού αυτή τεκμαίρεται από τη μη καταβολή πλήρους αποζημιώσεως κατά το χρόνο της καταγγελίας της συμβάσεως εντολής. Μπορεί όμως ο εντολέας το μαχητό αυτό τεκμήριο να το ανατρέψει και να απαλλαγεί αν επικαλεστεί και αποδείξει, ότι η ελλιπής καταβολή της αποζημιώσεως, οφείλεται σε συγγνωστή πλάνη ή σε εύλογη αμφιβολία του αναφορικά με το ύψος της. Η αποζημίωση, την οποία δικαιούται να λάβει ο δικηγόρος, που παρέχει τις υπηρεσίες του με πάγια περιοδική αμοιβή σε περίπτωση καταγγελίας της συμβάσεως έμμισθης εντολής εκ μέρους του εντολέα, υπολογίζεται με βάση τις τακτικές αποδοχές που καταβάλλονται σ΄ αυτόν "σταθερώς υφ΄ οιανδήποτε μορφήν", κατά τον τελευταίο πριν από την απόλυσή του μήνα. Ως τακτικές αποδοχές, κατά τα άρθρα 648 επ του ΑΚ, θεωρούνται ο μισθός (πάγια μηνιαία αντιμισθία) και κάθε άλλη παροχή, που χορηγείται σταθερώς και μονίμως, ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα των παρεχομένων υπηρεσιών, τέτοιο δε είναι και η οικειοθελής εκ μέρους του εργοδότη παροχή που επαναλαμβάνεται για μεγάλο χρονικό διάστημα και μπορεί να απολήξει σε σιωπηρή σύμβαση για τακτική καταβολή της, με την έννοια του μισθού, που δεν δύναται ελευθέρως να διακοπεί από τον εργοδότη, εφόσον αυτός δεν προέβη από την αρχή σε σχετική ρητή επιφύλαξη, ο δε κατ΄ αυτόν τον τρόπο προσδιοριζόμενος μισθός λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό της κατά το άρθρο 94 παρ. 1 του Κώδικα των Δικηγόρων αποζημιώσεως. Περαιτέρω, κατά την έννοια του άρθρου 559 αριθ. 1 του Κ.Πολ.Δ, λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, η οποία υπάρχει, όταν λάβει χώρα ψευδής ερμηνεία, που συνιστά η απόδοση στον εφαρμοστέο κανόνα έννοιας διαφορετικής από την αληθινή, ή μη ορθή εφαρμογή, η οποία συντελείται με την εφαρμογή μη εφαρμοστέου κανόνα ή με την παράλειψη εφαρμογής εφαρμοστέου κανόνα ή με την εσφαλμένη εφαρμογή αυτού. Κατά δε τη διάταξη του αρ. 19 του ίδιου άνω άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., η απόφαση του δικαστηρίου στερείται νομίμου βάσεως κι έτσι ιδρύεται ο οικείος λόγος αναιρέσεως, όταν στο αιτιολογικό δεν αναφέρονται καθόλου ή αναφέρονται αντιφατικώς ή ανεπαρκώς τα πραγματικά γεγονότα, στα οποία εκείνο στήριξε την κρίση του επί ζητήματος, που έχει ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, ώστε να μην μπορεί να ελεγχθεί, αν συνέτρεχαν οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που εφαρμόστηκε ή δεν συνέτρεχαν οι όροι εκείνου που δεν εφαρμόστηκε. Τέλος, ως πράγμα κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 8 του Κ.Πολ.Δ., με την οποία ιδρύεται λόγος αναιρέσεως για παρά το νόμο μη λήψη ή λήψη υπόψη από το δικαστήριο πραγμάτων, που προτάθηκαν ή δεν προτάθηκαν και ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, αποτελεί και ο λόγος εφέσεως, που περιέχει παράπονο κατά της κρίσεως του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Αλλά ο εκ του άνω άρθρου λόγος αναιρέσεως δεν στοιχειοθετείται αν το δικαστήριο, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, έλαβε υπόψη τον περιεχόμενο στο λόγο εφέσεως ισχυρισμό και τον απέρριψε για οποιονδήποτε λόγο, τυπικό ή ουσιαστικό. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επισκόπηση του δικογράφου της ένδικης αγωγής ο αναιρεσίβλητος με την επικουρική βάση αυτής ισχυρίστηκε ότι η αναιρεσείουσα κατά τον υπολογισμό της οφειλόμενης σ΄ αυτόν αποζημιώσεως απολύσεως, εν γνώσει της, δεν συμπεριέλαβε στις τακτικές αποδοχές του το ετήσιο εισόδημα ίσο προς ένα μισθό που δίδεται σε όλους τους εργαζόμενους μετά το πέρας της συγκομιδής άλατος, συνήθως κατά μήνα Νοέμβριο ως επιβράβευση των εργαζομένων μετά την ολοκλήρωση της συγκομιδής του αλατιού, γεγονός που περιορίζει την αριστοποίηση - μείωση του χρόνου της συγκομιδής καθώς και τις απώλειες του, τις δαπάνες για τις αμοιβές υπερωριακής απασχόλησης, μειώνει το εργολαβικό αντάλλαγμα για την εσωτερική μεταφορά του αλατιού από τον τόπο της παραγωγής του στις μονάδες πλύσης κ.λπ., γεγονός που οφείλεται και στη δική του συμβολή, επειδή αυτή η συντόμευση οφείλεται και στην εκμηχάνηση των αλυκών με την εκτέλεση των απαραίτητων έργων και των προμηθειών που αποτελούσαν τη δική του συμβολή στην επιτυχία αυτού του έργου. Ότι το επίδομα αυτό καταβάλλονταν σ΄ αυτόν αδιαλείπτως κάθε χρόνο την τελευταία δεκαετία και μέχρι την καταγγελία της συμβάσεως του και είχε λάβει το χαρακτήρα τακτικής παροχής. Ότι η αναιρεσείουσα αντί της οφειλόμενης αποζημιώσεως του ποσού των 115.614 ευρώ του κατέβαλε το ποσό των 107.950,50 ευρώ, ήτοι ποσό μικρότερο κατά 7.763,5 ευρώ, το οποίο αρνήθηκε να του καταβάλει και μετά την από 2-12-2004 έγγραφη διαμαρτυρία του. Ζητούσε δε ως ποινή να υποχρεωθεί η αναιρεσείουσα να του καταβάλει το αιτούμενο ποσό. Η βάση αυτή της αγωγής έγινε δεκτή με την υπ΄ αριθμ. 213/2009 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου, επί της εφέσεως δε που άσκησε κατ΄ αυτής η αναιρεσείουσα - εναγομένη το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε ανελέγκτως, τα ακόλουθα. Ο ενάγων που είναι δικηγόρος, μέλος του δικηγορικού συλλόγου Αθηνών, στις 30-9-1986 προσελήφθη από την αναιρεσείουσα εταιρία προκειμένου να παρέχει τις νομικές του υπηρεσίες με πάγια μηνιαία αντιμισθία η οποία αρχικά ανερχόταν σε 80.000 δραχμές και αυξήθηκε διαδοχικά σε 3.427 ευρώ μικτά. Ότι η παραπάνω σύμβαση καταγγέλθηκε από την αναιρεσείουσα την 1-12-2004 με ταυτόχρονη καταβολή της αποζημίωσής ύψους 107.950,50 €, ποσό που αντιστοιχούσε σε 27 μισθούς. Ότι η καταγγελία έγινε για οικονομοτεχνικούς λόγους, στα πλαίσια οικονομικών περικοπών, δίχως να υπερβαίνει τα όρια του άρθρου 281 ΑΚ. Ότι ο αναιρεσίβλητος κατά τον τελευταίο μήνα της απασχόλησής του πριν την καταγγελία της σύμβασης εργασίας ελάμβανε μικτό μηνιαίο μισθό ύψους 3.426 ευρώ. Ότι, τουλάχιστον από το έτος 1996 με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της εναγομένης ο αναιρεσίβλητος ελάμβανε ετησίως επίδομα συγκομιδής ή άλλως "πριμ παραγωγικότητας", ύψους ενός μισθού" το οποίο η αναιρεσείουσα χορηγούσε σε όλους τους υπαλλήλους της εταιρείας, καθώς και στους αποσπασμένους υπαλλήλους του δημοσίου στις αλυκές. Το επίδομα αυτό δινόταν συνήθως κατά το μήνα Νοέμβριο, ως επιβράβευση όλων των εργαζομένων για τη συνολική παραγωγική προσπάθεια, μετά την ολοκλήρωση της συγκομιδής του άλατος, για τη μείωση του χρόνου συγκομιδής του. Ο αναιρεσίβλητος ουδέποτε εξαιρέθηκε από την καταβολή του επιδόματος επειδή δήθεν συνδεόταν με την εναγομένη με σχέση έμμισθης εντολής. Το επίδομα ελάμβαναν όλοι οι υπάλληλοί της, δηλαδή οι εργατοτεχνίτες, οι διοικητικοί υπάλληλοι και το επιστημονικό προσωπικό που προσέφερε τις υπηρεσίες του είτε στις κατά τόπους αλυκές, είτε στα γραφεία της εταιρείας στην Αθήνα, καθώς και οι αποσπασμένοι υπάλληλοι του δημοσίου, αλλά και οι συνδεόμενοι με σύμβαση ορισμένου χρόνου, εφόσον κάλυπταν μόνιμες και διαρκείς ανάγκες της εναγομένης. Στις προσκομιζόμενες αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της εναγομένης των ετών 1996, 1997, 2001 και 2003 αναφέρεται στην εισήγηση του διευθύνοντος συμβούλου της για την καταβολή του επιδόματος αυτού, ότι προτείνεται να χορηγηθεί λόγω της άρτιας οργάνωσης και του καλού συντονισμού της παραγωγικής διαδικασίας που είχαν σαν αποτέλεσμα την συντόμευση της διάρκειας της συγκομιδής όπως και την βελτίωση της ποιότητας του παραχθέντος άλατος, η οποία οφειλόταν στη προσπάθεια όλων των εργαζομένων. Η καταβολή στον αναιρεσείοντα του παραπάνω "πριμ παραγωγικότητας" τακτικά και ανελλιπώς κάθε έτος τουλάχιστον από το έτος 1996 και μέχρι την απόλυσή του αποτελεί οικειοθελή παροχή η οποία χορηγείται σ΄ αυτόν ως αντάλλαγμα της προσφερόμενης εργασίας του και είναι συνυπολογιστέα στην αποζημίωση απολύσεως, αφού η εναγομένη δεν επιφυλάχτηκε εξαρχής ρητώς ότι θα δικαιούται να διακόπτει μονομερώς τη συγκεκριμένη οικειοθελή παροχή. Σε καμία από τις προαναφερθείσες απoφάσεις της εναγομένης περί χορηγήσεως της παραπάνω πρόσθετης παροχής υπάρχει ρητή επιφύλαξή της, ότι δικαιούται να διακόπτει μονομερώς τη συγκεκριμένη παροχή. Ούτε αποδείχθηκε ότι η αναιρεσείουσα διατήρησε έναντι του αναιρεσιβλήτου το δικαίωμά της για ανάκληση ή διακοπή της ως άνω οικειοθελούς παροχής, την οποία ο τελευταίος ελάμβανε μέχρι την απόλυσή του, ούτε και ότι η εν λόγω παροχή περιλαμβανόταν στον μηνιαίο από 3.426 ευρώ μισθό του. Με βάση δε τις παραδοχές αυτές το εφετείο κατέληξε ότι στις αποδοχές του αναιρεσιβλήτου όφειλε να συνυπολογιστεί η αναλογία της παραπάνω παροχής ως τακτικής και αφού απέρριψε κατ΄ ουσίαν την έφεση της αναιρεσείουσας, επικύρωσε τη με αριθμό 213/2009 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία είχε κρίνει όμοια, κάνοντας δεκτή την αγωγή κατά την επικουρική της βάση και επιδικάζοντας στον αναιρεσίβλητο, για την αιτία αυτή το ποσόν των 23.844 ευρώ. Με την κρίση του αυτή το Εφετείο δεν παραβίασε τις ως άνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεις με εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή, ούτε παρέλειψε να εφαρμόσει τις διατάξεις των άρθρων 63 παρ. 1 και 4, 39 παρ. 1 και 166 του ν.δ/τος 3026/1954, αφού οι διατάξεις αυτές δεν ήταν εφαρμοστέες στην κρινόμενη περίπτωση, περιέλαβε δε πλήρεις σαφείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες με αποτέλεσμα να μην στερείται η προσβαλλόμενη απόφαση νόμιμης βάσης. Εξάλλου η ως άνω επικουρική βάση της αγωγής είναι αρκούντως ορισμένη και δεν τίθεται θέμα νομικής αοριστίας αυτής, αφού κατά τα προαναφερόμενα περιέχει όλα τα απαραίτητα στοιχεία για το χαρακτήρα της επίμαχης παροχής ως τακτικής μισθολογικής παροχής. Επομένως, οι, πρώτος και τέταρτος λόγοι της αιτήσεως αναιρέσεως από τους αριθμ. 1 και 19 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. είναι αβάσιμοι και πρέπει να απορριφθούν. Επίσης απορριπτέος ως αβάσιμος είναι και ο τρίτος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως με τον οποίο προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο δεν ερεύνησε τον σχετικό λόγο εφέσεως με τον οποίο η αναιρεσείουσα ισχυρίστηκε ότι ο αναιρεσίβλητος ελάμβανε την εν λόγω παροχή από λόγους χαριστικούς και εξ΄ αιτίας ελευθεριότητας και όχι από νόμιμο λόγο δεδομένου ότι εκ της φύσεως αυτού δεν μπορούσε να αφορά το νομικό σύμβουλο της εταιρίας ως επιβράβευση της συμμετοχής του στην παραγωγική διαδικασία, αφού από τις παραπάνω παραδοχές του προκύπτει ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη το λόγο αυτό και τον απέρριψε. Ο από τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 11 περ. γ΄ ΚΠολΔ προβλεπόμενος λόγος αναίρεσης ιδρύεται, αν το δικαστήριο της ουσίας, για το σχηματισμό της κρίσης του επί ουσιώδους για την έκβαση της δίκης ζητήματος, δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα, όπως είναι και τα έγγραφα, που ο αναιρεσείων επικαλέστηκε και προσκόμισε νομίμως προς απόδειξη ή ανταπόδειξη ισχυρισμών, που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 106, 237 παρ. 1 στοιχ. β΄, 453 και 524 παρ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει, ότι το δικαστήριο οφείλει να λάβει υπόψη τα νομίμως προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα. Και έχει μεν υποχρέωση το δικαστήριο να αιτιολογήσει την απόφασή του, να αναφέρει δηλαδή τους λόγους που το οδήγησαν στο σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης, επί ουσιώδους για την έκβαση της δίκης ισχυρισμού, όχι όμως και να κάνει ειδική μνεία καθενός από τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία επικαλέστηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι για άμεση ή έμμεση απόδειξη. Αν όμως από το όλο περιεχόμενο της απόφασης δεν καθίσταται αδιστάκτως βέβαιο, ότι για το σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης επί ουσιώδους για την έκβαση της δίκης ζητήματος, έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα, τότε ιδρύεται ο από τη διάταξη αυτή λόγος αναίρεσης. Για να είναι ορισμένος και άρα παραδεκτός ο λόγος αυτός αναίρεσης απαιτείται να εξειδικεύεται στο αναιρετήριο το αποδεικτικό μέσο, κατά τρόπο που να προκύπτει η ταυτότητά του, να προσδιορίζεται το περιεχόμενό του και ο παραδεκτό της προσαγωγής του, ακόμη και αν έπρεπε να ληφθεί υπόψη αυτεπαγγέλτως, να καθορίζεται ο ισχυρισμός προς απόδειξη ή ανταπόδειξη του οποίου το αποδεικτικό μέσο προσκομίστηκε, καθώς και οι λόγοι για τους οποίους ο ισχυρισμός αυτός ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Στην προκειμένη περίπτωση, με τον τρίτο λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο εσφαλμένα κατέληξε στο προαναφερόμενο αποδεικτικό του πόρισμα ως προς το χαρακτήρα του "πριμ παραγωγικότητας" ως τακτικής παροχής γιατί δεν έλαβε υπόψη: α) τη με αριθμό 83/1992 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου στην οποία αναφέρονταν ότι το "πριμ" για τη συγκομιδή δεν αναγνωρίζεται ως κεκτημένη παροχή, β) τη με αριθμό 652/2010 απόφαση του Μονομελούς πρωτοδικείου που αφορά τη χορήγηση της παροχής αυτής στον Διευθύνοντα Σύμβουλο για τη περίοδο 1997-2004 και γ) την από 3-7-2004 επιστολή του Σωματείου των εργαζομένων προς την αναιρεσείουσα με την οποία ζητούσαν την ενσωμάτωση της παροχής αυτής στο μηνιαίο μισθό των εργαζομένων. Όμως, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση το Εφετείο προκειμένου να καταλήξει στο πιο πάνω αποδεικτικό του πόρισμα, έλαβε υπόψη όλα τα προσκομισθέντα από τους διαδίκους έγγραφα στα οποία χωρίς αμφιβολία, περιλαμβάνονται και τα παραπάνω. Επομένως και ο τρίτος λόγος αναιρέσεως από τον αριθμό 11 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Σύμφωνα με το άρθρο 281 Α.Κ. η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος υπάρχει όταν από την προηγούμενη συμπεριφορά του δικαιούχου ή από την πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε ή από τις περιστάσεις που μεσολάβησαν, η εκ των υστέρων άσκηση του δικαιώματος έρχεται σε προφανή αντίθεση προς την ευθύτητα και εντιμότητα που πρέπει να κρατούν στις συναλλαγές, ή προς τα επιβαλλόμενα χρηστά συναλλακτικά ήθη, ή προς τον κοινωνικό ή τον οικονομικό σκοπό του δικαιώματος, έτσι ώστε η ενάσκηση του δικαιώματος αυτού να προσκρούει στις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου. Εξάλλου η παραπάνω διάταξη, που έχει έντονο τον χαρακτήρα δημοσίας τάξεως, εφαρμόζεται και επί δικαιωμάτων που απορρέουν από άλλες, επίσης δημοσίας τάξεις διατάξεις, όπως είναι οι διατάξεις του άρθρου 94 παρ. 1 του ν.δ. 3026/1954 "περί κώδικος των δικηγόρων" που αφορά τον υπολογισμό της αποζημιώσεως του δικηγόρου που παρέχει τις υπηρεσίες του με πάγια περιοδική αμοιβή, σε περίπτωση καταγγελίας της συμβάσεως (πρβλ.Ολ.Α.Π. 33/2005). Στην προκείμενη περίπτωση όπως προκύπτει από τα διαδικαστικά έγγραφα η αναιρεσείουσα υπέβαλε παραδεκτώς ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου ένσταση περί καταχρήσεως του δικαιώματος του αναιρεσιβλήτου, την οποία επανέφερε ενώπιον του Εφετείου με τον τρίτο λόγο της εφέσεως του με τον οποίο ισχυριζόταν ότι η αξίωση του αναιρεσσιβλήτου για καταβολή της ποινής του άρθρου 94 του Κώδικα Δικηγόρων επειδή δεν είχε συμπεριληφθεί στην αποζημίωση απόλυσης του το επίδομα συγκομιδής ασκείται καταχρηστικά, διότι: α) ο ίδιος ως νομικός σύμβουλος της αναιρεσείουσας γνωμοδοτούσε πάντοτε ότι το επίδομα αυτό δεν συνυπολογίζεται στις τακτικές αποδοχές των συναδέλφων του που απολύονταν, είτε λόγω συνταξιοδότησης, είτε για άλλο λόγο και συνεπώς είχε διαμορφώσει με τη στάση του την εδραία πεποίθηση σ΄ αυτήν ότι δεν συντρέχει και για τον ίδιο η σχετική υποχρέωση, όταν έλθει η ώρα της δικής του αποζημίωσης απόλυσης. Και β) διότι η επικαλούμενη από τον ίδιο συμβολή του στην εταιρία ουδόλως συνδεόταν με τη συγκομιδή άλατος, ώστε να δικαιούται να περιληφθεί στη λήψη του σχετικού επιδόματος, πράγμα που σαφώς γνώριζε και συνεπώς είχε αντίληψη ότι κακώς λάμβανε το εν λόγω επίδομα, το οποίο με βάση τη σχέση εμπιστοσύνης που τον συνέδεε με την εταιρία όφειλε αν κάποτε του δόθηκε εσφαλμένα, να αρνηθεί, ενόψει και του ότι ελάμβανε τον υψηλότερο μισθό στην εταιρία σε μια περίοδο που αυτή κατέρρεε οικονομικά. Το Εφετείο σε σχέση με τον ως άνω λόγο εφέσεως δέχτηκε τα εξής: "Η ένσταση αυτή πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμη καθώς και ο σχετικός λόγος εφέσεως ως αβάσιμος, καθόσον τα περιστατικά που επικαλείται η εναγομένη και αληθή υποτιθέμενα δεν συνιστούν κατάχρηση δικαιώματος αφού 1) όσον αφορά τα υπό στοιχείο α επικαλούμενα περιστατικά ο τρόπος υπολογισμού της αποζημίωσης απολύσεως του ενάγοντα ορίζεται από κανόνες δημοσίας τάξεως και κάθε παραίτησή του (ενάγοντα) από τα δικαιώματα του θα ήταν άκυρη κατά τη γενική αρχή του εργατικού δικαίου που ισχύει και επί δικηγόρων συνδεομένων με σύμβαση έμμισθης εντολής, ενώ δεν ασκεί έννομη επιρροή η επικαλούμενη τακτική του αναφορικά με την άσκηση των καθηκόντων του και 2) όσον αφορά τα υπό στοιχείο β περιστατικά συνιστούν άρνηση της αγωγικής αξιώσεως του ενάγοντα. Με την κρίση του αυτή το Εφετείο κατά το μέρος που έκρινε ως μη νόμιμη την ως άνω ένσταση κατά το πρώτο μέρος της παραβίασε το άρθρο 281, αφού με το ως άνω περιεχόμενο και με την επίκληση των προαναφερομένων περιστατικών αληθών υποτιθέμενων η άσκηση της επικουρικής βάσης της αγωγής είναι καταχρηστική, αφού ο αναιρεσίβλητος ως νομικός σύμβουλος της εταιρίας με τις πράξεις του, είχε ευλόγως δημιουργήσει την πεποίθηση στους νομίμους εκπροσώπους της αναιρεσείουσας, ότι το επίδομα συγκομιδής αλατιού δεν περιλαμβανόταν στην νόμιμη αποζημίωση απολύσεως και του ίδιου. Κατά το δεύτερο όμως μέρος της η ως άνω ένσταση είναι μη νόμιμη, αφού τα επικαλούμενα περιστατικά και αληθή υποτιθέμενα δεν καθιστούν καταχρηστική την άσκηση της αγωγής και ως εκ τούτου το Εφετείο ορθώς ερμήνευσε την ίδια διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ. Επομένως, ο μοναδικός πρόσθετος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. κατά το πρώτο μέρος του είναι βάσιμος και πρέπει να γίνει δεκτός, ενώ κατά το δεύτερο μέρος του είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Αναιρεί την υπ΄ αριθμ. 5958/2010 απόφαση του Εφετείου Αθηνών.Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές.Απορρίπτει την αίτηση της αναιρεσείουσας για επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση. Και Καταδικάζει τον αναιρεσίβλητο στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας, τα οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια (2.700) ευρώ.Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 10 Ιανουαρίου 2012. Και Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 7 Φεβρουαρίου 2012. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Ακολουθήστε το Nextdeal.gr στο Google News .
Nextdeal newsroom, 11/10/2022 Αποζημίωση-μαμούθ άνω του 1,5 εκατ. ευρώ για τις καταστροφές επιχειρήσεων το 2008 στα επεισόδια της δολοφονίας Γρηγορόπουλου
Nextdeal newsroom, 15/9/2022 Δεν απαιτείται αναγγελία των απαιτήσεων δικαιούχων στην ασφάλιση αστικής ευθύνης αυτοκινήτων
Παυλόπουλος από Θέρμο: «Κυρώσεις στην Τουρκία για την κατοχή εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας» Στις εκδηλώσεις, που οργάνωσε ο Δήμος Θέρμου Αιτωλοακαρνανίας τιμώντας την Μνήμη του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, μίλησε ο τέως Πρόεδρος... Nextdeal newsroom, 25/08/2022 - 10:01 25/8/2022
Ρύθμιση Οφειλών: Ο νόμος δεν καλύπτει τον Ασφαλιστικό Σύμβουλο Ρύθμιση Οφειλών Υπερχρεωμένων Φυσικών Προσώπων Προϋπόθεση η Έλλειψη Εμπορικής Ιδιότητας που συνεπάγεται Πτωχευτική Ικανότητα Ο Ασφαλιστικός Σύμβουλος έχει Εμπορική Ιδιότητα και Πτωχευτική... Nextdeal newsroom, 06/07/2022 - 09:02 6/7/2022