Nextdeal newsroom, 5/11/2019 - 14:34 facebook twitter linkedin Ημερίδα για την κρίση του '29 διοργάνωσε η ΤτΕ Nextdeal newsroom, 5/11/2019 facebook twitter linkedin Με αφορμή τη συμπλήρωση 90 χρόνων από το ξέσπασμα της μεγάλης οικονομικής κρίσης του ΄29, το Ιστορικό Αρχείο της Τράπεζας της Ελλάδος (ΙΑΤΕ) και το Κέντρο Ερεύνης της Ιστορίας του Νεωτέρου Ελληνισμού (ΚΕΙΝΕ) της Ακαδημίας Αθηνών διοργάνωσαν την Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2019 ημερίδα με θέμα «Η Κρίση του ΄29 και η Ελλάδα: Οικονομικές, Πολιτικές και Θεσμικές Όψεις». Η ημερίδα πραγματοποιήθηκε στην Ακαδημία Αθηνών. Την εκδήλωση χαιρέτισαν η Αντιπρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών Άννα Μπενάκη-Ψαρούδα και ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας. Κεντρικός ομιλητής ήταν ο διακεκριμένος οικονομικός ιστορικός και καθηγητής Oικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου Şevket Pamuk, ο οποίος αναφέρθηκε στις επιπτώσεις της κρίσης του ΄29 και στη διαχείρισή της σε χώρες που βρίσκονταν στην περιφέρεια, κάνοντας διάκριση κυρίως μεταξύ των ανεξάρτητων κρατών και των τότε αποικιών. Ειδικότερα σε ανεξάρτητα κράτη, όπως η Ελλάδα, ο κ. Pamuk υποστήριξε ότι η έκταση και το μείγμα της κρατικής παρέμβασης που διαδέχθηκε την κρίση υπήρξαν συνάρτηση της σχετικής πολιτικής ισχύος των αγροτικών έναντι των αστικών πληθυσμών, με τους δεύτερους να τάσσονται υπέρ της μεγαλύτερης παρέμβασης και της βιομηχανικής αυτάρκειας. Εστιάζοντας στην ελληνική εμπειρία, ο καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Νίκος Χριστοδουλάκης αναφέρθηκε σε μια σειρά «σφαλμάτων πολιτικής» που δυσχέραναν τη διαχείριση της κρίσης, κυρίως κατά την περίοδο 1931-32, όταν η ελληνική οικονομία βίωσε τη μαζική φυγή από τη δραχμή και οδηγήθηκε στην υποτίμηση και την πτώχευση. Καθοριστικό ρόλο έπαιξε η απουσία διεθνούς μηχανισμού στήριξης, που, κατά τον κ. Χριστοδουλάκη, αποτέλεσε την ειδοποιό διαφορά σε σχέση με την πιο πρόσφατη ελληνική εμπειρία. Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης Σωκράτης Πετμεζάς αναφέρθηκε στον αγροτικό τομέα, ο οποίος βίωσε και τις μεγαλύτερες επιπτώσεις της κατάρρευσης των διεθνών τιμών· η κρίση στη γεωργική παραγωγή - γενικότερο φαινόμενο του Mεσοπολέμου - έδωσε αφορμή για την ανάπτυξη του κρατικού παρεμβατισμού στον πρωτογενή τομέα. Σε συνδυασμό με την πολιτική των εμπορικών συμψηφισμών, η οποία ανέλαβε την απορρόφηση των ελληνικών εξαγωγών (κυρίως του καπνού), τη δεκαετία του 1930 διαμορφώθηκε ένα αρκετά διαφορετικό πλαίσιο λειτουργίας της αγροτικής οικονομίας. Ο επιστημονικός υπεύθυνος του Ιστορικού Αρχείου της Τράπεζας της Ελλάδος Ανδρέας Κακριδής αναφέρθηκε στην πολιτική της Τράπεζας στη διάρκεια της κρίσης. Αμφισβητώντας την κρατούσα πεποίθηση ότι η Τράπεζα υπήρξε άστοχη ή ανίσχυρη, ο κ. Κακριδής επιχειρηματολόγησε πως - υπό αυστηρή ξένη εποπτεία και αντιμέτωπο με έντονη εσωτερική αμφισβήτηση - το κεντρικό τραπεζικό ίδρυμα της χώρας επεδίωξε να παρατείνει την παραμονή της στη ζώνη του χρυσού, χωρίς όμως να ασκήσει αυστηρή νομισματική πολιτική. Έτσι, θυσίασε τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας για να εξασφαλίσει χρόνο στην κυβέρνηση Βενιζέλου, που αναζητούσε εναγωνίως ένα νέο εξωτερικό δάνειο. Μόλις οι προσπάθειες αυτές απέτυχαν, η Ελλάδα οδηγήθηκε στην υποτίμηση, από την οποία η Τράπεζα ενίσχυσε τη θέση της στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα. Η ερευνήτρια της Ακαδημίας Αθηνών Κατερίνα Μπρέγιαννη αναφέρθηκε στα ευρήματα της μελέτης των αρχείων της Τράπεζας της Γαλλίας, η οποία - την εποχή της κρίσης - παρακολουθούσε στενά τις εξελίξεις και στην Ελλάδα. Μετά το 1932, το πλαίσιο άσκησης της νομισματικής πολιτικής μεταβλήθηκε ριζικά, με τις κεντρικές τράπεζες να αποκτούν μεγαλύτερα περιθώρια ευελιξίας. Η ισορροπία μεταξύ των διεθνών κανόνων και στόχων και των προτεραιοτήτων της εθνικής οικονομικής πολιτικής αποτέλεσε μία από τις βασικότερες προκλήσεις της περιόδου. Στην ανακοίνωσή της σχετικά με τις επιπτώσεις της κρίσης στην ελληνική εξωτερική πολιτική, η αναπληρώτρια καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου Κωνσταντίνα Μπότσιου έδειξε ότι, παρά την ενίσχυση των εμπορικών δεσμών της χώρας με τη Γερμανία και στο πλαίσιο της ευρύτερης επέκτασης της οικονομικής επιρροής του Βερολίνου στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, ο βασικός προσανατολισμός της Αθήνας παρέμεινε αμετάβλητος προς τη μεγάλη δύναμη που διατηρούσε τη ναυτική κυριαρχία στην Ανατολική Μεσόγειο, δηλαδή τη Μεγάλη Βρετανία. Ο ιστορικός Μανόλης Κούμας, από το Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, αναφέρθηκε στις επιπτώσεις της κρίσης στις δύο ίσως σημαντικότερες χώρες της Ηπειρωτικής Ευρώπης εκείνη την περίοδο, τη Γερμανία και τη Σοβιετική Ένωση. Η οικονομική κρίση, που σήμαινε πολιτική αποσταθεροποίηση και άνοδο του Εθνικοσοσιαλισμού στη Γερμανία, υποστηρίχθηκε από ευρεία μερίδα, αλλά όχι από την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος και τις ελίτ, οι οποίες τελούσαν υπό τον φόβο της κοινωνικής ανατροπής. Αντίθετα, ο πολιτικός έλεγχος εκ μέρους του Κομμουνιστικού Κόμματος δεν απειλήθηκε στη Σοβιετική Ένωση, η οποία στη διάρκεια της κρίσης προώθησε, στη βάση μιας κεντρικά διευθυνόμενης οικονομίας, το ευρύτατο πρόγραμμα εκβιομηχάνισης, που μετέτρεψε, με μεγάλο κοινωνικό κόστος, μία κατά βάση αγροτική οικονομία σε βιομηχανική. Στο πλαίσιο της εξέτασης των συνταγματικών όψεων της κρίσης, ο καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Σπυρίδων Βλαχόπουλος έδωσε έμφαση στη συζήτηση για την ανάγκη ενίσχυσης της εκτελεστικής εξουσίας εν όψει της διεύρυνσης του πεδίου της κρατικής παρέμβασης στην οικονομία. Η ενίσχυση αυτής της εκτελεστικής εξουσίας δεν πραγματοποιήθηκε εν τούτοις στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της κρίσης, αλλά σε αυτό της κατά μέτωπο πολιτικής σύγκρουσης, λόγω της όξυνσης του Εθνικού Διχασμού, με συνέπεια την καταπάτηση των ατομικών και των πολιτικών ελευθεριών. Τον αυξανόμενο πολιτικό προβληματισμό σχετικά με το κοινωνικό ζήτημα που οξυνόταν εξαιτίας της οικονομικής κρίσης ανέδειξε στην ανακοίνωσή της η επίκουρη καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών Ζηνοβία Λιαλιούτη, η οποία μελέτησε τα σχετικά θέματα στο πλαίσιο δύο ειδικών περιπτώσεων, του Δήμου Αθηναίων, του μεγαλύτερου αστικού κέντρου της χώρας, και του Δήμου Λαυρεωτικής, ο οποίος χαρακτηριζόταν από τον υψηλό βαθμό συγκέντρωσης βιομηχανικής εργατικής τάξης. Ο διευθυντής του Κέντρου Ερεύνης της Ιστορίας του Νεωτέρου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών Σωτήρης Ριζάς εξέτασε τις πολιτικές πλευρές της κρίσης και την πορεία προς τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936, αναδεικνύοντας την παράλληλη ύπαρξη δύο πολιτικών θεματολογιών: η πρώτη αφορούσε διακυβεύματα του Εθνικού Διχασμού, ιδίως τον έλεγχο του κράτους και του στρατού, και η δεύτερη τις σχέσεις κεφαλαίου και εργασίας και γενικότερα την κοινωνική ένταση στα αστικά κέντρα. Η δεύτερη θεματολογία ενίσχυσε τις τάσεις μερίδας των ελίτ για την επιβολή αυταρχικού καθεστώτος, αλλά η δικτατορία επιβλήθηκε τότε κυρίως λόγω της αδυναμίας του αστικού κόσμου να επιλύσει έγκαιρα τα ζητήματα που άπτονταν του Διχασμού. Την ημερίδα έκλεισε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Κώστας Κωστής, ο οποίος προσέφερε μια ανασκόπηση των διαφορετικών τρόπων με τους οποίους η κρίση του ΄29 έχει αντιμετωπιστεί στην ελληνική ιστοριογραφία. Αναφερόμενος ειδικότερα στις συγκρίσεις που έγιναν στη διάρκεια της πρόσφατης κρίσης τόνισε τις διαφορές που χωρίζουν τα δύο ιστορικά περιστατικά, κυρίως ως προς τη φύση των δύο οικονομιών αλλά και τη διεθνή συγκυρία. NEWSLETTER Λάβετε τα καλύτερα του Nextdeal στα εισερχόμενά σας, κάθε μέρα. Ακολουθεί ο χαιρετισμός του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννη Στουρνάρα: "Κυρίες και κύριοι, Είναι μεγάλη χαρά μου που βρίσκομαι σήμερα εδώ για να χαιρετίσω την έναρξη μιας ημερίδας με θέμα την κρίση του 1929 στην Ελλάδα, την οποία διοργανώνουν από κοινού το Ιστορικό Αρχείο της Τράπεζας της Ελλάδος (ΙΑΤΕ) και το Κέντρο Ερεύνης της Ιστορίας του Νεώτερου Ελληνισμού (ΚΕΙΝΕ) της Ακαδημίας Αθηνών. Πριν από ενενήντα χρόνια, στα τέλη της δεκαετίας του 1920, η διεθνής οικονομία βρισκόταν σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Η διευθέτηση των γερμανικών αποζημιώσεων δεν είχε προσφέρει οριστική λύση στο πρόβλημα των μεταπολεμικών χρεών. Η επιστροφή στον χρυσό είχε αποκαταστήσει τη νομισματική σταθερότητα, χωρίς ωστόσο να αντιμετωπίσει τις βαθύτερες ανισορροπίες του παγκόσμιου συστήματος. Αυτές καλύπτονταν κυρίως μέσω δανείων, χάρη δηλαδή στη διάθεση των επενδυτών να αναζητήσουν αποδόσεις έξω από τα σύνορα των χωρών τους. Η ευρωπαϊκή ανασυγκρότηση – μέρος της οποίας ήταν η αποκατάσταση των προσφύγων και τα παραγωγικά έργα στην Ελλάδα – είχε στηριχτεί στην προθυμία χιλιάδων επενδυτών, κυρίως από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, να δανείσουν ή να επενδύσουν τα χρήματά τους στην Ευρώπη. Η εξυπηρέτηση αυτών των δανείων προϋπέθετε σταθερή πρόσβαση σε νέες πιστώσεις: τα αναπτυξιακά αποτελέσματα ήταν μακροχρόνια, ενώ τα δάνεια έπρεπε να πληρώνονται βραχυχρόνια. Αυτό καθιστούσε την ισορροπία ιδιαίτερα εύθραυστη: μια απότομη μεταστροφή στο επενδυτικό κλίμα ήταν ικανή να προκαλέσει σοβαρούς κλυδωνισμούς, ασκώντας ασύμμετρες πιέσεις στις ελλειμματικές χώρες. Η μεταστροφή αυτή ήρθε το καλοκαίρι του 1929. Αφορμή υπήρξε η απόφαση του Federal Reserve να αυξήσει τα επιτόκια για να αποτρέψει την περαιτέρω υπερθέρμανση της αμερικανικής οικονομίας. Ακολούθησε, λίγο αργότερα, η κατάρρευση του χρηματιστηρίου της Wall Street, που συμπαρέσυρε τους βασικούς δείκτες της οικονομικής δραστηριότητας των Ηνωμένων Πολιτειών. Η διεθνής κινητικότητα του κεφαλαίου ήταν υπεύθυνη που το πρόβλημα μεταδόθηκε γρήγορα και στο εξωτερικό. Εκεί μάλιστα μεγεθύνθηκε από την αποπληθωριστική μεροληψία που προσέδιδε στο διεθνές σύστημα η λειτουργία του κανόνα χρυσού. Αναζητώντας ασφάλεια, οι επενδυτές έσπευσαν να μεταφέρουν τα κεφάλαιά τους στις Ηνωμένες Πολιτείες. Παράλληλα, οι αμερικανικές εισαγωγές συρρικνώθηκαν, στερώντας παραγγελίες και συνάλλαγμα από τους ξένους προμηθευτές τους. Οι διεθνείς τιμές άρχισαν να υποχωρούν. Αποπληθωρισμός και φυγή κεφαλαίων αλληλοτροφοδοτούνταν, καθώς η πτώση των τιμών δυσχέραινε την εξυπηρέτηση των χρεών, προκαλώντας μεγαλύτερη ανησυχία στους επενδυτές. Βλέποντας τα αποθεματικά τους να υποχωρούν, οι κεντρικές τράπεζες των ελλειμματικών χωρών συμμορφώθηκαν με τους κανόνες του παιχνιδιού, όπως ίσχυαν εκείνη την εποχή: αύξησαν τα επιτόκια και περιόρισαν τα δάνεια, ασκώντας περιοριστικές, αποπληθωριστικές πολιτικές. Σε αυτές ήρθαν να προστεθούν νέοι φόροι και περικοπές δαπανών, καθώς οι περισσότερες κυβερνήσεις πάσχιζαν να διατηρήσουν ισοσκελισμένους τους προϋπολογισμούς τους. Η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας μετατράπηκε στη Μεγάλη Ύφεση που θα στοίχειωνε τις μνήμες μιας ολόκληρης γενιάς. Γράφοντας πολλά χρόνια αργότερα, το 1995, ο Αμερικανός οικονομολόγος Ben Bernanke θα εξηγούσε πως η κατανόηση της Κρίσης του ’29, κυρίως δε εκείνων των επιλογών πολιτικής και μηχανισμών που της επέτρεψαν να μετατραπεί σε μια τόσο Μεγάλη Ύφεση, αποτελεί είδος «ιερού δισκοπότηρου» για τους οικονομολόγους. Από τους κλυδωνισμούς του Μεσοπολέμου, άλλωστε, είχαν προκύψει, τόσο η Γενική Θεωρία του John Maynard Keynes, όσο και η γενικότερη συγκρότηση των μακροοικονομικών ως διακριτού και ιδιαίτερα γόνιμου πεδίου της οικονομικής επιστήμης. Επιτρέψτε μου, ωστόσο, να προσθέσω ότι δεν είναι μόνο η πολυπλοκότητα της Κρίσης του ’29 που καθιστά την ερμηνεία της «ιερό δισκοπότηρο» των οικονομολόγων. Κατά τη γνώμη μου, καθοριστική σημασία έχει το γεγονός ότι η εμπειρία της δεκαετίας του ’30 εξακολουθεί μέχρι σήμερα να επηρεάζει και εν πολλοίς να διαμορφώνει τις αντιλήψεις και τις προτάσεις μας για τη χάραξη της μακροοικονομικής πολιτικής σε συνθήκες ύφεσης. Αυτό άλλωστε επαληθεύθηκε στη διάρκεια της πρόσφατης διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης, που εγκυμονούσε πολλούς από τους κινδύνους της Κρίσης του ’29. Δεν είναι τυχαίο πως, μετά το 2008, η προσπάθεια αποφυγής των σφαλμάτων του Μεσοπολέμου υπήρξε το επίκεντρο της πολιτικής των μεγάλων κεντρικών τραπεζών, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του αμερικανικού Federal Reserve, στο τιμόνι του οποίου βρέθηκε ο γνωστός για τις αναζητήσεις του «ιερού δισκοπότηρου», Ben Bernanke. Ούτε είναι τυχαίο πως η παγκόσμια οικονομία απέφυγε την ολοκληρωτική κατάρρευση και ανέκαμψε πολύ ταχύτερα από ό,τι στον απόηχο του κραχ του ’29. Σε μεγάλο βαθμό, η επιτυχία αυτή οφείλεται στην έγκαιρη κινητοποίηση των μεγάλων κεντρικών τραπεζών, που αντέδρασαν αποφασιστικά, λαμβάνοντας υπόψη τα διδάγματα της δεκαετίας του ’30. Δυστυχώς, αυτό δεν σημαίνει ότι οι οικονομολόγοι έχουν πλέον στα χέρια τους το πολυπόθητο «ιερό δισκοπότηρο». Ούτε ότι οι κεντρικές τράπεζες μπορούν πλέον να θωρακίσουν την παγκόσμια οικονομία απέναντι σε οποιονδήποτε κίνδυνο. Η αβεβαιότητα στις σχέσεις της Βρετανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι γεωπολιτικές ανησυχίες στη Μέση Ανατολή, η παράταση του εμπορικού πολέμου και οι ανακατατάξεις που επιφέρει στις ασιατικές οικονομίες αποτελούν μερικές από τις βασικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η διεθνής οικονομία, εντείνοντας τις ανησυχίες για το ενδεχόμενο μιας νέας ύφεσης. Απέναντι σε αυτές τις προκλήσεις, το «ιερό δισκοπότηρο» είναι μισοάδειο. Όχι μόνο με τη στενή έννοια της νομισματικής πολιτικής, η οποία δεν μπορεί να σηκώσει, από μόνη της το βάρος της άμυνας απέναντι σε μια νέα κρίση. Η δημοσιονομική πολιτική, σε χώρες που διαθέτουν επαρκή δημοσιονομικό χώρο ή/ και εντόνως πλεονασματικά ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών, δεν μπορεί να παραμένει αδρανής. Πολύ περισσότερο με την έννοια ότι πολλές από τις νέες προκλήσεις εγείρουν ευρύτερα πολιτικά, θεσμικά, κοινωνικά και ιδεολογικά ζητήματα, τα οποία ξεπερνούν τις αρμοδιότητες και τις δεξιότητες των οικονομολόγων. Αρκετά από αυτά συνδέονται με την επανεμφάνιση πολωτικών σχημάτων και μορφών οικονομικού εθνικισμού που εναντιώνονται στην παγκοσμιοποίηση, ξυπνώντας έτσι και πάλι μνήμες από την κρίσιμη περίοδο του Μεσοπολέμου. Για τον λόγο αυτό, θεωρώ ιδιαίτερα εύστοχη την επιλογή των διοργανωτών να μην περιορίσουν τη θεματική της σημερινής εκδήλωσης στις οικονομικές πτυχές της κρίσης, αλλά να διερευνήσουν επιπλέον τις πολιτικές και θεσμικές όψεις του φαινομένου. Οι οικονομολόγοι κατηγορούνται συχνά – και πολλές φορές δικαίως – για το περιορισμένο ενδιαφέρον ή τις ιμπεριαλιστικές διαθέσεις που επιδεικνύουν απέναντι σε άλλα επιστημονικά αντικείμενα. Ελπίζω η σημερινή ημερίδα, στην οποία οι οικονομολόγοι αποτελούν τη μειονότητα, να επαληθεύει ότι το Κέντρο Πολιτισμού, Έρευνας και Τεκμηρίωσης της Τράπεζας της Ελλάδος στηρίζει την διεπιστημονική έρευνα και προσδοκά να μαθαίνει από αυτήν. Εύχομαι επίσης, η σημερινή εκδήλωση να αποτελέσει αφετηρία μιας γόνιμης και μακροχρόνιας συνεργασίας μεταξύ της Τράπεζας της Ελλάδος και της Ακαδημίας Αθηνών, σε αντικείμενα κοινού ενδιαφέροντος. Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας και εύχομαι σε όλους ένα γόνιμο και αποδοτικό πρωινό." Φωτογραφία: (από αριστερά) οι κ.κ. Şevket Pamuk, Ανδρέας Κακριδής, Γιάννης Στουρνάρας, Νίκος Χριστοδουλάκης, Παναγιώτης Παναγάκης (διευθυντής Κέντρου Πολιτισμού, Έρευνας και Τεκμηρίωσης της Τράπεζας της Ελλάδος), Σωτήρης Ριζάς Ακολουθήστε το Nextdeal.gr στο Google News .
Nextdeal newsroom, 1/11/2019 Στουρνάρας: H ελληνική κοινωνία βίωσε τις επιπτώσεις του χρηματοοικονομικού αναλφαβητισμού
Nextdeal newsroom, 16/10/2019 Γ. Στουρνάρας: Η ασφαλιστική αγορά μπορεί να συμβάλλει στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής
Γ. Στουρνάρας: Ο Μάριο Ντράγκι συνέβαλε καθοριστικά στην αποφυγή του Grexit "Πιστεύω ακράδαντα ότι τα βιβλία ιστορίας θα αναφέρουν ότι ο Μάριο Ντράγκι συνέβαλε στη διάσωση του ευρώ περισσότερο από οποιονδήποτε... Nextdeal newsroom, 02/10/2019 - 10:22 2/10/2019
Στουρνάρας: Να μειωθεί ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα στο 2,2% Στις προκλήσεις και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας αναφέρθηκε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας μιλώντας στο Ευρωπαϊκό... Nextdeal newsroom, 03/07/2019 - 14:39 3/7/2019