Ο Συνήγορος του Καταναλωτή δέχτηκε την αναφορά καταναλωτή σχετικά με την άρνηση της ασφαλιστικής του εταιρείας να τον αποζημιώσει για τον καλυπτόμενο κίνδυνο της κλοπής του αυτοκινήτου του, με την αιτιολογία ότι αυτό βρέθηκε εντός 90 ημερών από την ημερομηνία της κλοπής σε κατάσταση ολοκληρωτικής καταστροφής.
Η εταιρεία στήριξε τον ισχυρισμό της σε σχετική εξαίρεση του ασφαλιστηρίου συμβολαίου, την οποία, ωστόσο, η Αρχή θεώρησε ως καταχρηστικό γενικό όρο συναλλαγών, καθώς, σύμφωνα και με τη νομολογία, ως ολική κλοπή έχει κριθεί ότι πρέπει να θεωρείται και η ανεύρεση του αυτοκινήτου πριν από την παρέλευση της παραπάνω προθεσμίας σε φυσική ή νομική κατάσταση τέτοια, που να μην είναι δυνατή η απόδοσή του στον ασφαλισμένο, καθώς η ανεύρεση κλαπέντος αυτοκινήτου σε κατάσταση ολοκληρωτικής καταστροφής ισοδυναμεί με ολική κλοπή.
Στο πλαίσιο συνάντησης που πραγματοποιήθηκε στα γραφεία της Αρχής για τη συζήτηση της υπόθεσης, η εταιρεία, αφενός, δέχτηκε να καταβάλει στον ασφαλισμένο την αιτούμενη αποζημίωση, αφετέρου, δεσμεύτηκε για τη μελλοντική απάλειψη του επίμαχου όρου από τα ασφαλιστήρια συμβόλαιά της.
Σε άλλη περίπτωση, καταναλώτρια υπέβαλε αναφορά στον Συνήγορο του Καταναλωτή κατά της ασφαλιστικής εταιρείας, στην οποία ήταν ασφαλισμένο το όχημά της έως και το 2006, οπότε και εκλάπη. Αντικείμενο της αναφοράς ήταν η αμέλεια της ασφαλιστικής εταιρείας να προβεί, μετά το συμβάν της κλοπής, σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για τη διαγραφή του οχήματος από το όνομα της ασφαλισμένης, με αποτέλεσμα η τελευταία να βρεθεί αντιμέτωπη με πρόστιμα της αρμόδιας εφορίας για ανασφάλιστο όχημα και με οφειλές τελών κυκλοφορίας για τα έτη από το 2007 έως και το 2018.
Μετά τις διαμεσολαβητικές ενέργειες της Αρχής, η εταιρεία προέβη στα νόμιμα για την έκδοση απογραφικού δελτίου αυτοκινήτου, καθώς και στην πληρωμή των προστίμων που αδίκως είχαν επιβληθεί στην ασφαλισμένη, συνολικού ποσού 3.256 ευρώ.
Παρεμφερής ήταν και η υπόθεση καταναλώτριας που προσέφυγε στον Συνήγορο του Καταναλωτή, καταγγέλλοντας την άρνηση της ασφαλιστικής της εταιρείας, με την οποία διατηρούσε ασφαλιστήριο συμβόλαιο αυτοκινήτου, να της καταβάλει την οφειλόμενη ασφαλιστική αποζημίωση για τον καλυπτόμενο κίνδυνο της κλοπής του οχήματος. Η άρνηση της εταιρείας βασίστηκε, κυρίως, στο γεγονός ότι, από τον έλεγχο των κλειδιών του οχήματος, προέκυπτε ότι το ένα από τα δύο κλειδιά είχε χρησιμοποιηθεί σε χρόνο μεταγενέστερο της δηλωθείσας κλοπής.
Με τη διαμεσολάβηση της Αρχής και ύστερα από βεβαίωση της κατασκευάστριας εταιρείας ότι στην ανάγνωση οποιουδήποτε κλειδιού χωρεί, γενικά, κίνδυνος λάθους, σε συνδυασμό και με το ότι στο επίμαχο όχημα διαπιστώθηκε, ύστερα από έλεγχο, απορύθμιση της σωστής καταγραφής των ημερομηνιών χρήσης, η ασφαλιστική εταιρεία συμφώνησε να προχωρήσει στην καταβολή της αιτούμενης ασφαλιστικής αποζημίωσης, συνολικού ύψους 10.000 ευρώ.
Από την Ετήσια Έκθεση της Ανεξάρτητης Αρχής «Συνήγορος του Καταναλωτή» για το 2018 (δείτε εδώ)