Η παχυσαρκία αποτελεί τον ισχυρότερο τροποποιήσιμο παράγοντα κινδύνου για τον καρκίνο του ενδομητρίου. Επιστημονικές μελέτες και ανασκοπήσεις παρέχουν σαφή δεδομένα για τον μηχανισμό συσχέτισης και την αυξημένη συχνότητα εμφάνισης της νόσου στις παχύσαρκες γυναίκες, καθώς και τα οφέλη της πρόληψης μέσω της διαχείρισης του σωματικού βάρους. Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής (Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ Δρ. Μαρία Καπαρέλου (Παθολόγος – Ογκολόγος), Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Παθολόγος, Καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής) και Θάνος Δημόπουλος (τ. Πρύτανης ΕΚΠΑ, Καθηγητής Θεραπευτικής – Ογκολογίας – Αιματολογίας, Διευθυντής Θεραπευτικής Κλινικής) αναφέρουν ότι ο μηχανισμός αυτής της συσχέτισης περιλαμβάνει διάφορες βιολογικές και μεταβολικές διεργασίες που επηρεάζονται από την παχυσαρκία.
Κάθε αύξηση του Δείκτη Μάζας Σώματος (BMI) κατά 5 kg/m² σχετίζεται με 50-60% αύξηση του κινδύνου για καρκίνο του ενδομητρίου. Οι γυναίκες με παχυσαρκία Τάξης Ι (BMI: 30-34.9) έχουν 2-3 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο, ενώ σε παχυσαρκία Τάξης ΙΙΙ (BMI > 40), ο κίνδυνος αυξάνεται 6 φορές.
Η παχυσαρκία συμβάλλει στην ανάπτυξη του καρκίνου του ενδομητρίου λόγω της αυξημένης παραγωγής οιστρογόνων από το λιπώδη ιστό. Στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, ο λιπώδης ιστός είναι η κύρια πηγή παραγωγής οιστρογόνων μέσω της αρωματοποίησης της ανδροστενεδιόνης. Η αυξημένη συγκέντρωση οιστρογόνων χωρίς αντίστοιχη παρουσία προγεστερόνης διεγείρει την υπερπλασία του ενδομητρίου, αυξάνοντας τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου. Επίσης η παχυσαρκία σχετίζεται με χρόνια χαμηλού βαθμού φλεγμονή, λόγω της έκκρισης κυτοκινών από τον λιπώδη ιστό. Αυτές οι φλεγμονώδεις διεργασίες προάγουν τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό..
Διαβάστε περισσότερα εδώ