Γρηγόρης Κωσταράς, 4/11/2022 - 09:04 facebook twitter linkedin Πέντε επιστολές προς γονείς Γρηγόρης Κωσταράς, 4/11/2022 facebook twitter linkedin ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΩΤΗ Ο άνθρωπος είναι το μοναδικό πλάσμα, μέσα στο οποίο φανερώνονται τα όντα: Μέσα στη ματιά του φωτίζεται και καθρεπτίζεται, αποκαλύπτεται ο κόσμος. Όταν το πνευματικό βλέμμα του ανθρώπου θολώσει ή κλείσει, είναι σαν να μην υπάρχει αυτός ο κόσμος. Τούτο το όμμα πρέπει να είναι άγρυπνο και διαπεραστικό. Γιατί αλλιώς δεν πρόκειται ο άνθρωπος, και μάλιστα ο νέος, να φτάσει σε υψηλή ποιοτική εκτίμηση του κόσμου και της ζωής. Προς τούτο χρειάζεται αγωγή, μόρφωση, παιδεία. Δεν αρκεί η μη συνειδητή επίδραση της φύσεως, η φυσική αγωγή. Απαιτείται συνειδητή, συστηματική, μεθοδική συνδρομή και επενέργεια του κοινωνικού, πνευματικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, η οποία να αποβλέπει στην επαγγελματική του αποκατάσταση, στην πνευματική του συγκρότηση και στην ηθική αρτίωση του ανθρώπου. Αγωγή ακριβώς είναι αυτού του είδους η επίδραση, η κατεύθυνση, η βοήθεια, η χειραγώγηση, ο προσανατολισμός, που αποβλέπει στο να φέρει στο φως τις δημιουργικές δυνάμεις που κρύβονται μέσα στην ψυχή του κάθε ανθρώπου. Καμία επίδραση, όσο συστηματική κι αν είναι, δεν μπορεί να καρπίσει, αν δεν υπάρχουν αυτές οι εσωτερικές δυνάμεις, αυτές οι πηγές ενέργειας, τις οποίες καλλιεργεί και αξιοποιεί η αγωγή. Η αγωγή, επομένως, είναι δυνατή, επειδή προϋπάρχει η δυνατότητα της ψυχής να διαπλαστεί και να μορφωθεί. Η αγωγή είναι πάντοτε προσανατολισμένη προς ορισμένους σκοπούς. Όσο σαφέστεροι είναι οι σκοποί αυτοί, τόσο αποτελεσματικότερη αποβαίνει η αγωγή. Οι σκοποί βέβαια εναρμονίζονται προς τα αιτήματα και το κλίμα κάθε εποχής. Υπάρχουν, όμως, σ’ όλους τους καιρούς οι μόνιμες, οι διαιώνιες, οι πάντοτε ισχύουσες αξίες: το καλό, το αληθές, το ωραίο, το άγιο, το ηθικό, η ελευθερία, η δικαιοσύνη, η αρετή γενικά, είναι αρχές, ιδεώδη, ιδανικά που δύσκολα μπορούν να αμφισβητηθούν. Γιατί χωρίς αυτά η ζωή και η ιστορία γίνονται βάρβαρες: ο νέος μεθάει από το ποσοτικό, από το φθαρτό και το μάταιο, από το χοϊκό και το πρόσκαιρο. Και τότε ξεχνάει το ποιοτικό, το αιώνιο και αθάνατο, το θείο και ανώλεθρο. Βυθίζεται μέσα στη διάσπαση της υλικής ζωής παύοντας να τρυγάει τους γλυκείς καρπούς του πνεύματος. Το μεγάλο, αλλά τραγικό και ραγισμένο πνεύμα του Νίτσε, θα δώσει απύθμενο βάθος στην έννοια και τη σημασία της παιδείας: «Η παιδεία είναι απελευθέρωση, είναι ξεκαθάρισμα από κάθε παράσιτο, από κάθε σωρόν ερειπίων, από κάθε σκουλήκι που επιχειρεί να πλησιάσει τον τρυφερό πυρήνα του φυτού. Είναι ξεχείλισμα από φως και θέρμη, γλυκύ θρόισμα νυχτερινής βροχής -μίμηση και λατρεία της φύσεως- εκεί όπου η φύση με μετρική στοργή και αγάπη σχεδίασε, η παιδεία είναι τελείωση της φύσεως, αφού προλαβαίνει και μετατρέπει σε αγαθό τους φοβερούς και ανελέητους παροξυσμούς. Όταν όμως η φύση εκδηλώνεται σαν μητριά, η αγωγή καλύπτει με ένα πέπλο». Ο βαθύς και περιεσκεμμένος αυτός λόγος του Νίτσε, δείχνει πόσο μεγαλειώδες και συγχρόνως πόσο δύσκολο είναι το έργο της παιδείας. Ο παιδευτής καλείται να προστατεύσει την εσωτερική ουσία της ψυχής του παιδευομένου από τους επιχρωματισμούς και τη βαναυσότητα των επιδράσεων του περιβάλλοντος. Να σεβαστεί την ιδιαιτερότητα, τη μοναδικότητα, τη διαφορετική οντολογική ποιότητα του ανθρώπου. Να τον εξαγάγει από τυχόν σωματική, ψυχική και πνευματική νωθρότητα. Να βοηθήσει σε μια ωραία και αβίαστη καρποφορία. Να τον απελευθερώσει από κάθε διαβρωτική επενέργεια. Να διορθώσει ατέλειες και αδυναμίες, όσες η μητριά φύση εσώρευσε. Εδώ η παιδεία σκεπάζει με έναν στοργικό και τρυφερό τρόπο τον παιδευόμενο. Είναι το πέπλο που θα εμποδίσει τους καθημερινούς ενοχλητικούς επισκέπτες να βεβηλώσουν το άγιο βήμα της ψυχής του. Η ψυχή κάθε ανθρώπου -κυρίως του παιδιού- έχει μεγάλη πλαστικότητα. Αυτό θέλει να υπογραμμίσει ο Έρασμος, όταν σημειώνει: «Η φύση που σου έδωσε ένα τέκνο, δεν σου πρόσφερε τίποτε άλλο, παρά μία ύλη ακατέργαστη. Δικό σου έργο είναι να προσδώσεις στην ευπειθή και άκρως εύπλαστη αυτή ύλη την άριστη μορφή. Εάν το παραμελήσεις, θα προκύψει κτήνος. Εάν το φροντίσεις, θα έχεις, ας πούμε, θεόν». Η αντίληψη βέβαια του Εράσμου και η πίστη του στην παντοδυναμία της αγωγής, δύσκολα θα μπορούσε να υιοθετηθεί αυτούσια. Η αγωγή προσκρούεις ε εμπόδια που θέτει η ίδια η φύση, το «εγώ» του ανθρώπου. Έχει ήδη παρατηρηθεί πως «ουκ εκ παντός ξύλου γίνεται Ερμής», ο δε εκπρόσωπος του ευγενισμού στην αρχαία Ελλάδα, ο Θεόγνις, ισχυριζόταν ότι «διδάσκων ούποτε ποιήσεις τον κακόν άνδρ’ αγαθόν». Η παιδεία και η δύναμή της δεν είναι απεριόριστα. Μπορεί να μετα-ποιήσει τον άνθρωπο, όχι όμως να ποιήσει άνθρωπο εξ υπαρχής. Τότε θα ήταν Δημιουργός, ενώ ο ρόλος της είναι δημιουργικός και διαμορφωτικός: πλάθει θετικά ή αρνητικά ό,τι ήδη υπάρχει. Ανεξάρτητα από αυτά, ο Έρασμος φτάνει στον πρώτο κανόνα αγωγής, που όλοι όσοι έχουν τη μεγάλη ευθύνη διαπαιδαγωγήσεως (γονείς, δάσκαλοι, ωριμότεροι) οφείλουν να γνωρίζουν: Η γεώργηση, η καλλιέργεια του παιδιού αρχίζει από τις πρώτες ώρες, ημέρες, εβδομάδες της γεννήσεως. Οι πρώτοι μήνες της βρεφικής ηλικίας είναι εξαιρετικά κρίσιμοι. Ο αυστηρός προγραμματισμός σχετικά με το χρόνο του φαγητού και του ύπνου, η αντιμετώπιση του κλάματος, η γαλουχία, η τοποθέτηση των γονέων απέναντι στις ανάγκες του βρέφους, ο τρόπος που τις ικανοποιούν, η γενικότερη ατμόσφαιρα του οικογενειακού περιβάλλοντος, μέσα στην οποία με τις διαπεραστικές διόπτρες του αναπνέει το παιδί, έχουν αποφασιστική σημασία για τον αναπτυσσόμενο άνθρωπο. Ο Ρ. Ράσσελ σωστά πιστεύει πως τίποτε δεν αναπληρώνει, αλλά απλώς κάθε άλλη επίδραση συμπληρώνει την αγαθή ή στρεβλωτική επίδραση της οικογένειας. Στο περίφημο «Αν» θα γράψει: «Αν ένα παιδί ζει μέσα στην επίκριση, μαθαίνει να κατακρίνει. Αν ζει μέσα στην έχθρα, μαθαίνει να καυγαδίζει. Αν μέσα στην ειρωνεία, γίνεται δειλό. Αν μέσα στην εντροπή, αισθάνεται ένοχο. Αν μέσα στην κατανόηση, είναι υπομονετικό. Αν μέσα στην ενθάρρυνση, αποκτά εμπιστοσύνη στον εαυτό του. Αν μέσα στον έπαινο, μαθαίνει να εκτιμά. Αν μέσα στη δικαιοσύνη, γίνεται δίκαιο. Αν μέσα στην επιδοκιμασία, μαθαίνει να έχει αυτοεκτίμηση. Αν μέσα στην ασφάλεια, πιστεύει. Αν ένα παιδί ζει μέσα στην παραδοχή και τη φιλία, μαθαίνει να βρίσκει την αγάπη μέσα στον κόσμο». Είναι ύψιστα διδακτικό το γεγονός ότι δύο μεγάλοι σύγχρονοι διανοητές, στον επίλογο των πρακτικών συμβουλών τους προς τους γονείς, τονίζουν ιδιαίτερα την αποφασιστική επίδραση της αγάπης, της φιλίας, της στοργής, της θέρμης που πρέπει να βασιλεύει μέσα στο σπίτι. Έτσι, ο Χ. Γκιμπράν, στον «Προφήτη» του, θα σημειώσει: «Κάμε, τοξότη, η σαΐτα που κρατείς στα χέρια σου να σημαίνει για τα παιδιά χαρά». Και ο Α. Άντλερ, στην «Επιστολή προς τη Μητέρα», θα παρατηρήσει: «Μάνα, μην ξεχνάς, πως δεν θα μπορέσω να αναπτυχθώ χωρίς πολλή κατανόηση και αγάπη. Αυτό όμως, δεν χρειάζεται να το πω, έτσι δεν είναι;» Ο αρχαίος ελληνικός στοχασμός βέβαια, με την αιώνια ισχύ του, πρόλαβε όχι μόνον αυτούς, αλλά και τον Σίλλερ και τον Σλαϊερμάχερ και τον Χαίντερλιν ή τον Χόλτσνερ, που επίσης ύμνησαν την αγάπη ως ύψιστη παιδευτική αρετή, καθώς και το μεγαλείο της πραότητας: «Ως ηδύ πράος και νεάζων τω τρόπω πατήρ: Πόσο γλυκός ο πράος και νεανικός πατέρας!» θα πει ο Μένανδρος, ενώ ο Χαιρήμων θα διακηρύξει: «Προς υιόν οργήν ουκ έχει χρηστός πατήρ: Ο καλός πατέρας δεν αντιμετωπίζει με οργή το παιδί του». Τη φωνή αυτή ακούμε αργότερα σε τόνους πιο μελωδικούς, στην «Προς Εφεσίους Επιστολήν» του Αποστόλου Παύλου: «Οι πατέρες μη παροργίζετε τα τέκνα υμών, αλλ’ εκτρέφετε αυτά εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου». Για να μορφωθεί, τέλος, ο άνθρωπος, ή όπως με τρόπο παράφορα λυρικό το εκφράζει στη νεώτερη λογοτεχνία ο Όσκαρ Ουάιλντ, για να γίνει το τριαντάφυλλο σαν το φτερούγισμα της αυγής και τ’ αντιφέγγισμα του ήλιου, χρειάζεται απροσμέτρητος μόχθος και βαθύς παιδευτικός πόνος. ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΔΕΥΤΕΡΗ «Μπορεί κάποιος να νικάει δίχως να αγωνίζεται, να έχει την υπακοή των άλλων δίχως να διατάσσει, να ελκύει τους άλλους προς τον εαυτό του δίχως να τους καλεί, να επιδρά επάνω τους δίχως να πράττει κάτι», συμβουλεύει ο Λάο Τσε. «Δεν πρέπει να ζητείς μόνο με τιμωρίες να διορθώσεις τα παιδιά σου. Είναι αναγκαία η πειθώ», συμπληρώνει ο Μένανδρος. «Πατέρας, που όλο απειλεί, δεν είναι πολύ να τον φοβάσαι»! Οι γονείς αποτελούν για τα παιδιά τα αναντικατάστατα πρότυπα, ιδίως όταν γνωρίζουν να χρησιμοποιούν τη «γλώσσα» της παιδικής ψυχής. Η οποία δέχεται, σχεδόν επιζητεί, τη γονεϊκή κατεύθυνση, όταν αυτή είναι τρυφερή και στοργική, μετρημένη και σταθερή. Βλασταίνει τότε η βαθιά επικοινωνία, η ευχάριστη και δημιουργική συνεργασία, η μετάληψη ψυχών και πνευμάτων ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας. Ανοίγεται ο κόσμος των ενδιαφερόντων των παιδιών, αποκτούν πλουσιότερες γνώσεις και εμπειρίες. Οικοδομείται επάνω στο σεβασμό η προσωπικότητά τους και σφυρηλατούνται αρράγιστοι δεσμοί. Οι συζητήσεις μέσα στο σπίτι πρέπει να είναι νηφάλιες και απλές και ο διάλογος ευκαιρία μαθήσεως και πηγή χαράς, αλλά όχι τρόπος διοχετεύσεως της επιθετικότητας. Δεν υπάρχει αποτελεσματικότερο μέσο κακοποιήσεως της παιδικής ψυχής, από τη φιλονικία: οι οξείες αντιθέσεις των γονέων, οι υστερικές εκρήξεις, η φορτισμένη ατμόσφαιρα, οι διλημματικές καταστάσεις, ο γονεϊκός «κομματισμός», που σαν «βραβείο» διεκδικεί τη συμπάθεια του παιδιού, διχάζουν την προσωπικότητά του και δημιουργούν τον ιδιότροπο, μικρολόγο, μεμψίμοιρο, νευρικό, ευέξαπτο, άκριτο, νευρικό και αβαθή αυριανό άνθρωπο. Ιδιαίτερα η ώρα του φαγητού, όχι μόνο ως χρόνος κορεσμού της πείνας, αλλά ως διάσταση βαθύτερης γνωριμίας, δεν προσφέρεται σε έντονες διαφωνίες. Τα παιδιά, καθώς μεγαλώνουν, ακούνε σε κάθε βήμα τους τη φωνή του οικογενειακού τους περιβάλλοντος. Τόση είναι η σημασία του. Και είναι τότε δικαιολογημένο: Το σπίτι είναι η φυσική, κοινωνική, πνευματική και πολιτιστική στέγη –η πρώτη και καθοριστική της πορείας κάθε ανθρώπου στέγη. Η επίδρασή της συνεχίζεται διά βίου: εκδηλώνεται ως κατακλυσμιαία νοσταλγία - ως «καπνός αποθρώσκων». Είναι τραγικό να μένει ψυχικά ανέστιος ο αναπτυσσόμενος άνθρωπος και να κουβαλάει μέσα του τις προστριβές, τις απειλές, τις ύβρεις, την ταραγμένη ατμόσφαιρα, τις συγκρούσεις, τη δυσαρμονία ανάμεσα στους γονείς ή τα ηθικά τους ολισθήματα. Βαρύτατες είναι οι συνέπειες από την ψυχική αυτή ανεστιότητα: τα παιδιά κυκλοφορούν με ένα βαθύ συναίσθημα ενοχής, με έναν όγκο ψυχικό, τα συμπτώματα του οποίου είναι η κατήφεια, η μελαγχολία η απαισιοδοξία, η νευρικότητα, η νεύρωση, η ψύχωση, το σύμπλεγμα, η αβεβαιότητα, η ανασφάλεια, η έλλειψη αυτοπεποίθησης. Όμως, η ομαλή και αδιατάρακτη εξέλιξη του παιδιού ριζώνει σ’ αυτό το συναίσθημα ασφάλειας: «Μάνα», γράφει ο Άντλερ, «μη φοβάσαι να είσαι σταθερή μαζί μου. Αυτό θα με κάνει να νιώθω περισσότερη σιγουριά». Όχι σπάνια, η υπερβολική αγάπη οδηγεί σε εκδηλώσεις βλαπτικές για το παιδί: «Μη με παραχαϊδεύεις. Ξέρω πολύ καλά πως δεν θα πρέπει να μου δίνεις ο,τιδήποτε ζητώ. Σε δοκιμάζω έτσι για να δω», συμβουλεύει τώρα στην «Επιστολή προς τη Μητέρα» του ένας μικρός, θέλοντας να διορθώσει τα λάθη της αγωγής. Είναι πάλι η ίδια αυτή αγάπη και το πνεύμα θυσίας που σέρνει και φέρνει τους γονείς να νομίζουν ότι έχουν απόλυτη εξουσία επάνω στα παιδιά και κάποτε να τα θεωρούν κτήματα, προέκταση του εαυτού τους. Μερικοί μάλιστα γονείς τα ενδύουν με αρετές και προτερήματα με κλίσεις και ενδιαφέροντα που οι ίδιοι έχουν. Πολύ συχνά τα πιέζουν να ακολουθήσουν το αυτό με εκείνους επάγγελμα. Δεν εννοούν να καταλάβουν πως κάθε άνθρωπος στο βάθος είναι κάτι εντελώς ξεχωριστό με έμφυτα, «a priori: εκ των προτέρων», τα στοιχεία της εξελίξεώς του. Εδώ ο λόγος του Χ. Γκιμπράν είναι αυστηρός προς τους γονείς: «Τα παιδιά σου δεν είναι τα παιδιά σου. Είναι οι γιοι και οι θυγατέρες της νοσταλγίας της ζωής για τον εαυτό της. Έρχονται στον κόσμο με σένα, αλλ’ όχι από σένα και αν και είναι κοντά σου δεν σου ανήκουν. Μπορείς να τους δώσεις την αγάπη σου, αλλ’ όχι τις σκέψεις σου, γιατί έχουν τις προσωπικές τους σκέψεις». Δεν αμφισβητεί την πατρότητα ο μεγάλος αυτός στοχαστής της τραγικής χώρας των κέδρων, του Λιβάνου. Η βασική του θέση είναι ότι οι γονείς, για να ασκήσουν αγωγή, οφείλουν να γνωρίζουν ότι τα τέκνα τους δεν υπηρετούν την ευτυχία που νιώθουν εκείνοι γι’ αυτά μόνον, αλλά εξυπηρετούν κυρίως το συμφέρον του είδους. Ο Σοπενάουερ είχε ήδη παρατηρήσει πως η θέληση του ζην είναι ο πλέον σημαντικός σκοπός της ανθρώπινης ζωής, αμέτρητα ευγενικότερος και υψηλότερος από το γονεϊκό εγωισμό και την ατομικότητα. Το γένος έχει προτεραιότητα απέναντι στο είδος. Και το είδος έχει δικαίωμα προγενέστερο απέναντι στο άτομο. Το άτομο αφανίζεται, το είδος όμως διαιωνίζεται. Οι γονείς, στα πρόσωπα των παιδιών τους, βλέπουν την ευδαιμονία τους, η φύση και η ζωή τη συνέχειά τους. Ακόμη, κάθε άνθρωπος, επειδή είναι μια καινούργια ζωή, μια vita nuova, έχει οπλισθεί με αυτοδυναμία σωματική και ψυχική. Η ανάπτυξή του είναι η εκδίπλωση και εμφάνιση των εσωτερικών δυνατοτήτων του και η εξέλιξή του είναι το σύνολο των μεταβολών και τροποποιήσεων, που επέρχονται κατά την πορεία του προς ωρίμανση και ολοκλήρωση με τη βοήθεια της αγωγής: της φυσικής, κοινωνικής, πνευματικής και πολιτιστικής επιδράσεως. Αυτή η επίδραση είναι μόνον η αφορμή. Οι γονείς, οι δάσκαλοι, οι παιδευτές γενικά επενεργούν μεθοδικά, ώστε αυτό το minimum να γίνει όχι μόνον maximum, αλλά και optimum, τέλειο ον. Ο Σωκράτης, στο διάλογο του Πλάτωνος που φέρνει το όνομα του «Μένωνος» καλεί έναν δούλο, ο οποίος δεν είχε μεταλάβει από καμία παιδεία και επομένως δεν κατείχε γνώσεις και μάλιστα ειδικές. Με κατάλληλες ερωτήσεις, με κατάλληλη δηλαδή μέθοδο, βοηθείται ο δούλος και ευρίσκει το εμβαδόν του τετραγώνου! Οι γονείς δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν και να παρακολουθήσουν την ταχύτητα των αλλαγών, το γρήγορο ρυθμό εξελίξεως των παιδιών. Από εδώ προκύπτουν δύο σημαντικές συνέπειες: Μεταχειρίζονται το παιδί όπως του συμπεριφέρονταν σε μικρότερες ηλικίες, με αποτέλεσμα ή να «θίγουν» τον «ανδρισμό» του, το φιλότιμό του και να αγνοούν την ευαισθησία του ή να δικαιολογούν τα ολισθήματά του: «Μάνα, μη με κάνεις να νιώθω μικρότερος από ό,τι είμαι. Αυτό με σπρώχνει να παριστάνω καμιά φορά τον σπουδαίο», υπογραμμίζει ο Άντλερ στην «Επιστολή προς τη Μητέρα», ένα γράμμα που δήθεν αποστέλλει ένας «μικρός» στη μάνα του. Η σπουδαιοφάνεια, ο υπερ-τροφικός εγωισμός, η τάση για επίδειξη, η μανία επικρατήσεως της γνώμης του και επιβολής, η αντισυνεργατικότητα οφείλονται σ’ αυτό το λάθος των γονέων. Άλλοτε πάλι, οι γονείς προστατεύουν το παιδί από τις συνέπειες των πράξεών του, το «καλύπτουν», για να το προφυλάξουν. Έτσι όμως «ψαλλιδίζουν» τη συνείδηση της ευθύνης και την επίγνωση της ενοχής του: οικοδομούν ένα αυθαίρετο και αντικοινωνικό άτομο. Η πείρα, όσο σκληρή κι αν είναι, γεννιέται από τη δοκιμή, τη δοκιμασία, την επιτυχία και την πλάνη. Έτσι μαθαίνει, ωριμάζει, προσαρμόζεται και αναλαμβάνει πρωτοβουλίες το αναπτυσσόμενο παιδί. Ο μετρημένος και κατευθύνων ψόγος δεν είναι πάντοτε βλαπτικός, όπως άλλωστε και ο έπαινος. Οι γονείς πρέπει, ανάλογα βέβαια και με την ηλικία των παιδιών τους, να επιδοκιμάζουν, να τα επαινούν και να ενθαρρύνουν τις προσπάθειές τους, σε κάποιες μάλιστα περιπτώσεις να δέχονται τις απόψεις τους, καίτοι εσφαλμένες, και τις πράξεις τους, καίτοι όχι ορθές, ως γνήσιες και επιτυχείς. Η κριτική επάνω σ’ αυτές πρέπει να ασκείται βαθμιαία. Ο μεγάλος φιλόσοφος και πατέρας του υπαρξισμού Ζαίρεν Κίρκεργκωρ (1813-1855),κ ο ερημίτης της Κοπεγχάγης, θα διακριβώσει ότι μια τέτοια παιδαγωγική μέθοδος, που δεν επιτίθεται κατά μέτωπον, που τα τακτοποιεί όλα προς το καλό του πεπλανημένου, είναι υπόθεση ενός γνήσιου και στιλπνού διαλεκτικού. Χαρά στο παιδί που έχει γονείς ικανούς για μια τέτοια ανθρωποπλαστική, γεμάτη από αιδήμονα αγάπη, διαλεκτική. Η εφαρμογή όμως αυτής της μεθόδου στην πράξη, απαιτεί κοπιώδη καθημερινή εργασία, ακοίμητη προσοχή, βαθιά αυτοσυνειδησία, πλούσιες εμπειρίες, γυμνασμένο στοχασμό και σπάνια εσωτερική πνευματική ζωή. ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΡΙΤΗ Η οικογένεια είναι ο καταπέλτης, από τον οποίο θα εκτιναχθούν τα παιδιά προς την πρόοδο ή την καταστροφή. Η σημασία της για το μέλλον του παιδιού είναι ανυπολόγιστη. Τίποτε δεν μπορεί να την αντικαταστήσει. Παιδιά, που έχασαν στη βρεφική ήδη ή στη νηπιακή τους ηλικία τους γονείς, παρουσίασαν μια ιδιάζουσα ψυχολογία, γνωστή ως Hospitalismus, ως ιδρυματογενή δειλία. Αυτή η δειλία, ο ιδρυματισμός, η άτολμη και μειονεκτική συμπεριφορά, που κάποτε μεταπίπτει σε αμείλικτη επιθετικό-τητα, σκληρότητα και βία, συντροφεύει τα παιδιά αυτά διά βίου. Άλλοτε υπάκουα και εντυπωσιακώς πειθαρχικά, με βούληση κηρώδη, άλλοτε πάλι ανυποχώρητα και δυσχαλίνωτα, φέρνουν σε πλήρη αμηχανία το περιβάλ-λον όπου ζουν με τις άνισες και αντιφατικές εκδηλώσεις και αντιδράσεις τους. Οι αντιδράσεις του παιδιού καθορίζονται συχνά από την εκτίμηση που τρέφουμε προς αυτό. Αστάθμητοι παράγοντες ή άστοχες φράσεις, δημιουργούν την εντύπωση ότι αδιαφορούμε, με αποτέλεσμα να νομίζει το παιδί ότι έπεσε η ένταση του ρεύματος της στοργής προς το πρόσωπό του. Δεν είναι το επίκεντρο του ενδιαφέροντος - σκέπτεται. Αρχίζει έτσι από μέρους του παιδιού μια κλιμακούμενη μεθόδευση ενεργειών, που αποβλέπουν στο να προσελκύσουν όλη την προσοχή μας και να μονοπωλήσουν το ενδιαφέρον μας. Δεν είναι σπάνιο το γεγονός να διαταραχθεί ακόμη και η ομαλή σωματική και ψυχική εξέλιξη του παιδιού από μία τέτοια κατάσταση. Εμφανίζεται μία στασιμότητα στον κανονικό ρυθμό αναπτύξεως, που πρέπει να νοηθεί ως εξελικτική πέδηση. Μορφή αυτής είναι η επαναδρομή σε προηγούμενες εξελικτικές βαθμίσες. Η γέννηση π.χ. δεύτερου τέκνου προκαλεί στο «μεγαλύτερο» αδελφό του ψυχικό πόνο, με αποτέλεσμα να «διεκδικεί» και αυτός τη θέση του βρέφους και να συμπεριφέρεται ως βρέφος. Ενώ δηλαδή είναι 4 χρονών και μπορεί να ομιλεί κανονικά, περικόπτει τώρα τις λέξεις, μιμείται τις φράσεις ή τις κινήσεις του βρέφους: ζηλεύει, φθονεί και αντιμετωπίζει σαν εχθρό του το βρέφος. Μηχανεύεται πολλά και σοβαρά εις βάρος του. Συχνά καταφεύγει στον θηλασμό του αντίχειρα και την ενούρηση. Η διατάραξη, βέβαια, της σωματικοψυχικής εξέλιξης, η επιβράδυνση ή η επιτάχυνσή της, οφείλεται σε διάφορα αίτια, όπως είναι η κακή λειτουργία των εσωτερικών οργάνων ωριμάνσεως ή σε βλαπτικές επιδράσεις του περιβάλλοντος. Η κακή ή καλή κατάσταση του μυϊκού και νευρικού συστήματος ή οι αδένες με τις έσω εκκρίσεις τους, επηρεάζουν ανάλογα την ψυχοσωματική ανάπτυξη. Από το Άλλο μέρος, η άγνοια ή η εσφαλμένη επίδραση του περιβάλλοντος παρεμποδίζει την ωρίμανση. Με τη βοήθεια του ιατρού, αν τα αίτια είναι οργανικά, ή του ειδικού ψυχολό-γου, αν υπόκειται ψυχική υστέρηση, κυρίως με την άκρως επιβοηθητική στάση τους, οι γονείς επαναφέρουν το παιδί στον κανονικό ρυθμό δραστηρι-ότητας και ενεργητικότητας. Το παιδί είναι κέντρο εξακτινώσεως σκοπών και πράξεων. Είναι δικαιολογη-μένη και η επιτυχία και η αποτυχία. Οι γονείς οφείλουν να ξεκινούν από τη βασική αρχή ότι «humanum errare est: ανθρώπινο το πλανάσθαι» και έτσι να αντιμετωπίζουν με κατανόηση και επιείκεια τα σφάλματά του: «Μάνα, μη μου δημιουργείς το συναίσθημα πως τα λάθη μου είναι αμαρτήματα. Μπερδεύονται τοιουτοτρόπως όλες οι αξίες μέσα μου, που έχω μάθει να αναγνωρίζω», υπογραμμίζει ο Άντλερ. Θεμελιώδης παιδευτική αρχή εδώ, είναι ο σεβασμός της ατομικότητας του παιδιού. Με κάθε του επιθυμία, σκέψη ή πράξη, εκφράζει το εσωτερικό του ήθος και ύφος, που είναι -και πρέπει να είναι- διαφορετικό από εκείνο των γονέων. Οι οποίοι δεν επιτρέπεται να επιδιώκουν ταύτιση ως προς τις ενέργειες, τις αποφάσεις, τις κρίσεις, τα ενδιαφέροντα του παιδιού με αυτούς. Διότι έτσι συντρίβουν την αυτονομία και αποδυναμώνουν την προσωπικότητά του. Η εμπιστοσύνη, αντιθέτως, προς το παιδί αποδεσμεύει δημιουργικές δυνατό-τητες και απελευθερώνει γόνιμες εσωτερικές δεξιότητες. Σε περίπτωση ηθικών ολισθημάτων, με υπομονή και νηφαλιότητα εξηγούν οι γονείς, γιατί η συγκεκριμένη ενέργειά του και το ίδιο βλάπτει, και σε σύγκρουση με το περιβάλλον οδηγεί. Και εδώ, πάντως, η μεταχείριση είναι είτε πραγματο-κεντρική ή παιδοκεντρική. Η πραγματοκεντρική αγωγή εξετάζει το «πράγμα», δηλαδή ξεκινάει από την ίδια την ενέργεια και επιζητεί να επιβληθεί με αυστηρότητα και γενικές εντολές, προς τις οποίες αγωνίζεται να προσαρμόσει τον νέο που υπέπεσε σε παράπτωμα. Η παιδοκεντρική αγωγή μελετά την ιδιοσυγκρασία του παιδιού και αναζητεί τα βαθύτερα αίτια της οποιασδήποτε διαγωγής του. Η δεύτερη αυτή στάση είναι ερμηνευτική και κατανοούσα. Ο συνδυασμός της πραγματοκεντρικής και παιδοκεντρικής αγωγής, για να έχει άριστα αποτελέσματα, χρειάζεται να μη λησμονεί το του Αποστόλου Παύλου: «Το επιεικές υμών γνωσθήτω πάσιν ανθρώποις». Η κατεύθυνση, η χειραγώγηση του παιδιού, αρχίζει με συμβουλές και παραινέσεις, συνεχίζεται με υποδείξεις και διορθώσεις, μεταβάλλεται σε παρατηρήσεις και επιπλήξεις και καταλήγει σε ποινές. Οι παρατηρήσεις ή οι επιπλήξεις, ακόμη και η δριμεία κριτική των πράξεων του παιδιού, αποτελούν ποινή. Η ποινή είναι συχνά αναπόφευκτη. Καμία, όμως, ποινή δεν επιβάλλεται από μέρους των γονέων με οργή, με νευρικότη-τα, με υστερικές φωνασκίες και –το χειρότερο– με ύβρεις, διότι: α) μειώνεται η ανθρωποπλαστική αποτελεσματικότητά της, β) χάνεται η οδηγητική δύναμη των γονέων και γ) είναι οδυνηρός ο ψυχικός αντίκτυπος επάνω στο παιδί: γίνεται εσωστρεφές, δειλό, οκνηρό και άτολμο. Ειδικότερα, δεν ωφελούν οι ασταμάτητες παρατηρήσεις για όλα, διότι προκαλούν εκνευρισμό και απογοήτευση, θέτουν περιορισμούς και υψώνουν εμπόδια τέτοια που ή τα αγνοεί το παιδί ή επινοεί τρόπους, ώστε να τα υπερπηδήσει. Οι φορτικές παραινέσεις, οι συνεχείς παρατηρήσεις, οι ατέλειωτες απαγορεύσεις, επιφέρουν τα αντίθετα αποτελέσματα. Οι γονείς ας έχουν κατά νου ότι τα πολλά «απαγορεύεται» γίνονται στην ψυχή των παιδιών: «απαγορεύεται το απαγορεύεται» πρώτα και έπειτα τα «απαγορεύ-εται» δημιουργούν έναν σφοδρό πόθο να πληρωθούν: «Μακάρι ο Μωάμεθ», γράφει ένας Άραβας ποιητής, «να είχε κάμει και το νεράκι της πηγής απαγο-ρευμένο». NEWSLETTER Λάβετε τα καλύτερα του Nextdeal στα εισερχόμενά σας, κάθε μέρα. Η ποινή είναι έσχατο μέσο και δεν επιβάλλεται ποτέ, αν δεν βοηθά στη διόρθωση της διαγωγής και του χαρακτήρα του παιδιού - αυτός είναι ο πρώτος κανόνας αγωγής. Ένα είδος ποινής είναι η δημόσια παρατήρηση ή επίπληξη, η οποία όμως θολώνει τη σκέψη και τραυματίζει την ψυχή του παιδιού: «Μη μου κάνεις παρατηρήσεις μπροστά στον κόσμο, αν μπορείς. Θα προσέξω περισσότερο αυτό που θα μου πεις, αν μου μιλήσεις ήρεμα μια στιγμή που θα είμαστε οι δυο μας», παρακαλεί τη μάνα του ένα παιδί, θύμα της άγνοιάς της. Ο δεύτερος κανόνας, είναι ότι η ποινή πρέπει να είναι θεμελιωμένη και αιτιολογημένη στη συνείδηση του παιδιού και όχι πρόχειρη, επιπόλαια και άδικη, γιατί αποβαίνει ατελέσφορη. Τρίτος κανόνας είναι ότι η τιμωρία για μια πράγματι αξιόποινη πράξη δεν πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να υπερακοντίζει τις δυνάμεις του παιδιού, αλλά να είναι ανάλογη της ψυχοσωματικής του αντοχής και της πνευματικής του ηλικίας. Τέταρτος κανόνας αγωγής είναι ότι η ποινή, όταν εξαγγέλλεται, δεν πρέπει να ανακαλείται. Διότι οι γονείς χάνουν τη σοβαρότητά τους και σιγά-σιγά γελοιοποιούνται στα μάτια του παιδιού, όταν λέγουν κάτι και το αναιρούν. Οι ποινές καλλιεργούν στην ψυχή του παιδιού τη δειλία, την οκνηρία και το ψεύδος και του δημιουργούν την πεποίθηση ότι είναι ανίκανο να ανταποκριθεί στα καθήκοντα που του θέτει το εκάστοτε περιβάλλον: φυσικό, κο9ινωνικό-οικογενειακό, πνευματικό και πολιτιστικό. Έτσι, οδηγείται σε ηθική αδιαφορία, ψυχική αδράνεια και πνευματική νωθρότητα. Χαρά στο παιδί, όταν έχει γονείς που ομολογούν μαζί με τον Αντιφάνη: «Όσα κι αν κάνω προς χάριν των παιδιών μου είναι, νομίζω, προσφορά στον εαυτό μου». ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ Επιτρέπονται οι σωματικές ποινές ή μόνον οι ηθικές; Είναι παιδαγωγικό μέσο το «ξύλο»; Μήπως ο φόβος κρύβει μορφωτικό στοιχείο; Αληθεύει πράγματι, ότι «ο μη δαρείς, ου παιδεύεται»; Οι σωματικές ποινές δεν είναι αποτελεσματικές, ούτε βοηθούν στη διαμόρφωση του χαρακτήρα των παιδιών. Επαναλαμβανόμενες μάλιστα, οδηγούν σε «ανοσία». Οι σωματι-κές, εξάλλου, ποινές, δεν απειλούν μόνο τη σωματική ακεραιότητα του παιδιού, αλλά θίγουν και την αξιοπρέπειά του, προσβάλλουν την προσωπι-κότητά του, καταστρέφου9ν το ελεύθερο φρόνημά του και ζυμώνουν τον αυριανό δούλο ή «επαναστάτη», οπωσδήποτε πάντως αφυπνίζουν τις ενδιάθετες αντικοινωνικές ροπές. Μία συνεπής και προσεκτική αγωγή, τόσο στο σπίτι όσο και στο σχολείο, δεν χρειάζεται να καταφύγει σε σκληρές ηθικές και ιδιαίτερα σε σωματικές ποινές. Ο τρόπος και το παράδειγμα παιδεύουν. Κάθε λόγος ή πράξη παιδευτική, για να έχει κατευθύνουσα επίδραση, χρωματίζεται από την ψύχραιμη λογική και την απέραντη στοργή των γονέων και δεν επηρεάζεται κατά την εξαγγελία και την εφαρμογή της από τη φόρτιση των συνθηκών ή το πλήθος των προβλημάτων. Κάποτε έχει λίγη σημασία το «τι» θα πει κανείς και περισσότερη το «πως» θα το εκφράσει ή θα το εμπραγματώσει. Το παράδειγμα, τώρα, είναι η υπέρτατη και υπέρτατα αποτελεσματική μέθοδος διδαχής. Τα παιδιά βέβαια, φέρουν έμφυτο το γονεϊκό αρχέτυπο. Όμως, αυτό το αρχέτυπο οικοδομείται σε πρότυπο και γίνεται είδωλο και ίνδαλμα, όταν η συνέπεια και η σύνεση συνοδεύει τα λόγια των γονέων. Όταν, αντιθέτως, λείπει το ηθικό παράδειγμα βίου των γονέων, τότε το άγαλμά τους συντρίβεται μέσα στην ψυχή του παιδιού και πέφτει σε ερείπια: το πρότυπο μεταβάλλεται σε κακέκτυπο, οι γονείς παύουν να είναι οι φωτεινοί οδοδείκτες. Είναι, ωστόσο, γνωστό ότι η παλαιότερη παιδαγωγική αντίληψη δεν απέρρι-πτε τις σωματικές ποινές, γιατί θεωρούσε πως αυτές είναι τελεσφόρες. Έτσι, η ποινή του ραβδισμού ή της φάλαγγας ακόμη, είχαν ευρεία διάδοση. Κατάλοιπα αυτής της αντιλήψεως υπάρχουν και σήμερα, και μάλιστα σε μια από τις πλέον ανεπτυγμένες και δημοκρατούμενες χώρες, όπως είναι η Αγγλία, στην οποία πριν από μερικά χρόνια είχε ξεσπάσει σάλος, διότι μία υπερβολικά «ευγενής» μεταχείριση στο Κολλέγιο είχε στείλει στο νοσοκομείο τον σημερινό διάδοχο του θρόνου Κάρολο! Παράδοση αιώνων, που απαιτεί τα θύματά της. Στη Βίβλο και ειδικότερα στη «Σοφία Σειράχ», διαβάζουμε: «Όποιος αγαπά το γιο του, τον μαστιγώνει... Ο αδάμαστος ίππος αποβαίνει δυσχαλίνωτος και ο ασύδοτος γιος καταντά απότομος. Συνήθισέ τον να είναι υποχωρητικός από τα πρώτα του χρόνια: Ο αγαπών τον υιόν αυτού, ενδελεχήσει μάστιγας αυτώ… Ίππος αδάμαστος αποβαίνει σκληρός και υιός ανειμένος εκβαίνει προαλής. Κάμψον τον τράχηλον αυτού εκ νεότι» (Κεφ. ΝΒ’). Η Βυζαντινή εποχή δύσκολα απέφευγε τέτοιες μεθόδους αγωγής: «Άρξον, χειρ μου αγαθή, μάθε γράμματα καλά, μη δαρθής και παιδευθής και εις τον φάλαγγα βαλθής!» ψέλλιζε κάθε παιδί που ξεκινούσε για το σχολείο. Έπρεπε να σημειωθεί μεγάλη εξελικτική διαδικασία και αληθινή πνευματική και κοινωνική επανάσταση, για να φτάσουμε στην σύγχρονη παιδαγωγική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία το «ξύλο» δεν φαίνεται «να βγήκε από τον παράδεισο»! Καθώς το παιδί προχωρεί στην ψυχοσωματική και πνευματική του ενηλικίω-ση, οι γονείς οφείλουν να ανοίγουν τον δρασκελισμό τους, να ενωτίζονται τις αλλαγές των καιρών, να συλλαμβάνουν τα αιτήματα και τα μηνύματα των εποχών, να κατανοούν τα προβλήματα και τις ποικίλες ανάγκες του παιδιού. Ο Α. Άντλερ, με τρόπο απλό και διδακτικό, διά στόματος νηπίου, θα πει: «Μάνα, μην ξεχνάς πόσο γρήγορα μεγαλώνω. Θα πρέπει να σου είναι δύσκολο να κρατήσεις το ίδιο βήμα με μένα, αλλά προσπάθησε σε παρακα-λώ». Την ίδια αυτή ανάγκη του συσχηματισμού, της προσαρμογής και συμπαρα-στάσεως των γονέων υπογραμμίζει με φράσεις ποιητικές και βαθύτατα συμβολικές ο Χ. Γκιμπράν: «Μπορείς, πατέρα, να φιλοξενήσεις το σώμα τους, αλλά όχι την ψυχή τους, γιατί η ψυχή τους κατοικεί στον οίκο του αύριο, τον οποίο εσύ δεν μπορείς να επισκεφθείς, ούτε καν στα όνειρά σου... Γιατί η ζωή δεν πηγαίνει ποτέ προς τα πίσω και δεν χαζεύει ποτέ στο χθες!» Η εναρμόνιση προς το ρυθμό της ζωής και η επικοινωνία των γονέων στο ψυχικό και πνευματικό επίπεδο του παιδιού, είναι άκρως βοηθητική για την ομαλή του πορεία. Εδώ οι γονείς πρέπει να λάβουν σοβαρά υπ’ όψη όσα από μια άλλη, πολύ ευρύτερη σκοπιά, υποδεικνύει ο Κίρκεγκωρ σχετικά με το ρόλο του κήρυκα, του δασκάλου, του εξομολόγου και φυσικά του πνευματικού οδηγού: «Είμαι ίσως ο Απόστολος; Αποτρόπαιο. Για έναν τέτοιο χαρακτηρισμό, ουδέποτε έδωσα αφορμή. Είμαι ένας φτωχός, ασήμαντος άνθρωπος. Είμαι τότε ο διδάσκαλος, ο παιδαγωγός; Όχι, ούτε τούτο είμαι. Είμαι ο συμμαθητής». Αυτή η προσέγγιση του παιδιού, η επί ίσοις όροις, δημιουργεί φιλικότατη ατμόσφαιρα και πολύ ανθρώπινες σχέσεις ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά. Η θέρμη των συναισθημάτων της αγάπης και του σεβασμού αυξάνει. Οι γονείς εμφανίζεται -και είναι πράγματι- φωτισμένοι και επίκαιροι οδηγοί. Η τόσο γόνιμη σκέψη του Άντλερ θα γίνει μάλιστα εδώ πιο ριζοσπαστική: Λάθη δεν κάνουν μόνο τα παιδιά, λάθη κάνουν κυρίως οι γονείς και ότι τα παιδιά έχουν ατελεύτητες δυνατότητες, ότι είναι ανοιχτά σε όλες αυτές τις δυνατότητες. Η τάση των γονέων να ωραιοποιούν τα πράγματα, να εξιδανι-κεύουν και να ηρωοποιούν τους εαυτούς τους, δεν βρίσκει ανταπόκριση στις ψυχές των παιδιών και πολύ οδυνώνται, όταν διαπιστώνουν τις ατέλειες των γονέων: «Μάνα, μην προσπαθείς να με κάνεις να πιστέψω πως είσαι τέλεια ή αλάνθαστη. Είναι μια δυσάρεστη έκπληξη για μένα, όταν ανακαλύπτω ότι δεν είσαι ούτε το ένα, ούτε το άλλο»! Η οξύτατη περιέργεια και η ευρηματική δύναμη του παιδιού, πολύ γρήγορα διαπιστώνουν και τις ηθικές και τις γνωστικές ατέλειες των γονέων. Πριν τούτο συμβεί, η γονεϊκή αγωγή οφείλει να ομολογήσει ότι «ουδείς τέλειος, ει μη εις: ο Θεός». Είναι θέμα, τώρα, μεγάλης καλλιέργειας, αλλά και παιδευτικής στρατηγικής η αναγνώριση εκ μέρους των γονέων των σφαλμάτων τους γενικότερα. Παρό-μοια ομολογία στερεώνει τη θέση των γονέων και κραταιώνει την παιδική εμπιστοσύνη προς αυτούς. Τούτο θέλει να βεβαιώσει ο μικρός στην «Επιστολή προς τη Μητέρα»: «Μη διανοηθείς ποτέ πως θα πέσει η υπόληψή σου, αν μου ζητήσεις συγνώμη. Μια τίμια αναγνώριση ενός λάθους σου, μου δημιουργεί πολύ θερμά συναισθήματα απέναντί σου». Αυτό σημαίνει ακόμη, ότι και το παιδί, σε περιπτώσεις –αναπόφευκτες άλλωστε στη ζωή– λαθών του, θα ομολογεί τα σφάλματά του και θα αναλαμβάνει και τις τυχόν ευθύνες που προκύπτουν από αυτά. Έτσι όμως, θα έχει επιτευχθεί το πολυτιμότερο: Θα οδηγηθεί ο νέος -και αργότερα ο ώριμος- σε μια βαθιά και κοφτερή αυτογνωσία. Ένα από τα βαριά λάθη της γονεϊκής αγωγής, είναι ο ποταμός των υποσχέσεων προς τα παιδιά, είτε για να συγκρατηθούν σε νόμιμο επίπεδο συμπεριφο-ράς, είτε για να επιτύχουν υψηλή απόδοση στα μαθήματά τους. Ιδι8αίτερα βλαπτικές είναι οι υλικές επιβραβεύσεις, γιατί κάνουν το παιδί απαιτητικό, σκληρό, κυνικό και ανενδοίαστο. Για κάποιες μάλιστα υποσχέσεις που δεν τηρούνται, παραπονείται το παιδί: «Μη μου δίνεις επιπόλαιες υποσχέσεις. Νιώθω πολύ περιφρονημένος, όταν δεν τις κρατάς». Η παιδική ειλικρίνεια, ο αυθορμητισμός, ο ενθουσιασμός, ο ακατάσχετος δυναμισμός, εγγυώνται μια καρπερή και εύχυμη, χρηστή και ενάρετη ανοδική εξέλιξη και σε μια υψηλή αυτοσυνειδησία. Χαρά στο παιδί που έχει γονείς, οι οποίοι θα το κατευθύνουν σε μια τέτοια αυτοσυνειδησία, η οποία θα του επιτρέπει να επαναλαμβάνει με πίστη τα λόγια του Κίρκεγκωρ: «Εγώ δεν αμφιβάλλω για την αιώνια ευδαιμονία κανενός. Ο εαυτός μου είναι εκείνος, για τον οποίον αγωνιώ»! ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΕΜΠΤΗ «Μάθε το λοιπόν καλά, ότι ο Σωκράτης πολλές φορές μας είπε, πως όσοι φροντίζουν για να ’χουν μεγάλη περιουσία τα παιδιά τους, αλλά αμελούν να τα μορφώσουν σωματικά και ψυχικά, παθαίνουν το ίδιο με τους ιπποτρόφους, που δεν γυμνάζουν τα άλογα για τον πόλεμο, αλλά φροντίζουν μόνο να τους δίνουν πλούσια τροφή. Όμως, με την τακτική αυτή θα είναι τα άλογά τους καλοθρεμμένα, αλλά δεν θα είναι εξασκημένα σε αυτό που πρέπει. Διότι αρετή του ίππου, δεν είναι η παχυσαρκία, αλλά η τόλμη και η εμπειρία του πολέμου. Το ίδιο λάθος κάνουν όσοι φροντίζουν ν’ αποκτήσουν πολλά χωράφια για τα παιδιά τους, αλλά παραμελούν τη μόρφωσή τους» Ξενοφών Η περιέργεια, ως ορμή να γνωρίσει τον κόσμο, είναι μία από τις ισχυρότερες δυνάμεις του παιδιού. Ο πόθος της γνώσεως είναι ανύπνωτος, η «όρεξις του ειδέναι», σύμφωνα με την αριστοτελική φράση, ασίγαστη. Με τις αισθήσεις του αγκαλιάζει τα πάντα: περιεργάζεται τα αντικείμενα στη βρεφική ηλικία και προσπαθεί να τα γευθεί, να τα «δοκιμάσει», κατευθύνοντάς τα προς το στόμα του. Ανοίγει μια διαρκή γνωστική δοσοληψία με τον κόσμο. Η δίψα για μάθηση εκδηλώνεται στη νηπιακή και την παιδική ηλικία, ως «ωτακουστείν», ως «κρυφακούειν» και «κρυφοβλέπειν». Ακόμη και όταν «κοιμάται», προσποιείται ότι κοιμάται. Οι γονείς πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί, γιατί οι «ειδικές περιπτώσεις» το θέλγουν, αλλά και το τραυματίζουν βαθύτατα: εμφανίζο9νται συμπλέγματα και συγκρούσεις ή και διαστροφές, που έχουν σχέση με «σκηνές» που είδε ή άκουσε. Η περιέργεια του παιδιού διοχετεύεται ακολούθως σε ερωτήσεις, που αφορούν στα άμεσα πρόσωπα ή αντικείμενα έως τα μεταφυσικά θέματα. Οι γονείς και οι δάσκαλοι, όλοι όσοι έχουν τη μέριμνα της αγωγής του, οφείλουν να δίνουν απαντήσεις στις ερωτήσεις που κάποτε δεν αναφέρονται μόνο σε ηθικά ή θρησκευτικά ζητήματα, αλλά και σε σεξουαλικά. Η αγωγή πρέπει να ανταποκριθεί με γν ώση και ειλικρίνεια στο παιδικό αυτό αίτημα: «Μάνα, μη με αγνοείς όταν σου κάνω ερωτήσεις, γιατί θα ανακαλύψεις πως θα αρχίσω να παίρνω τις πληροφορίες μου από άλλες πηγές», παρακαλεί το παιδί,. όπως γράφει ο Άντλερ. Προσπάθεια παραπλανήσεώς του είναι μάταιη, διότι προσκρούει στο αλάθητο ένστικτό του. Κάθε απάντηση πρέπει να εναρμονίζεται προς το αντίστοιχο ψυχοσωματικό και πνευματικό εξελικτικό στάδιο του παιδιού. ΑΝ οι ερωτήσεις αναφέρονται στην σεξουαλική ζωή, καλύτερος είναι ο συμβολικός τρόπος απαντήσεως κατ’ αρχάς. Δεν χρειάζεται πάντως να συντρίψουμε πρόωρα την παιδική αθωότητα. Η παράκαιρη απομυθοποίηση είναι άσκοπη και επικίνδυνη, όπως έδειξε το Σουηδικό παράδειγμα εισαγωγής της σεξουαλικής αγωγής στα σχολεία, κατά τη διάρκεια του 1960. Είναι λάθος κρίσιμο να οδηγούμε πρόωρα τα παιδιά, εν ονόματι μιας δήθεν φυσικής σεξουαλικής αγωγής, στην αποκάλυψη τέτοιων «μυστικών». Δεν κάνουμε βέβαια αγωγή, αν κυκλοφορούμε γυμνοί μέσα στο σπίτι ή λουζόμαστε μαζί τους, όπως συμβουλεύει η δήθεν «μοντέρνα» αγωγή. Θα μπορούσα να δείξω ότι τα περισσότερα είδη των ψυχοσωματικών ανωμαλι-ών και διαστροφών, όπως: ομοφυλοφιλία ή φιλομοφυλία, ηδονοβλεψία, παρενδυσία, σαδισμός, μαζοχισμός, σατυρίαση, φετιχισμός, επιδειξιομανία, ουρολαγνεία, κοπρολαγνεία, αιμομειξία, ανταλλαγές συζύγων, βιασμοί και ομαδικά όργια, έχο9υν τις ρίζες τους και σε μια τέτοια βιάζουσα αγωγή. Η νηπιακή επίσης και η παιδική ηλικία, είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες περίοδοι ζωής. Διότι τότε αναπτύσσονται τα γνωστά, από τον Φρόυντ κυρίως επισημανθέντα, συμπλέγματα: του Οιδίποδας, ως προσήλωση του άρρενος παιδιού προς τη μητέρα, της Ηλέκτρας, ως σφοδρή αγάπη του θήλεος προς τον πατέρα, της Ενοχής, ως επίγνωση αυτού του ερωτισμού, του Ευνουχισμού, ως αγωνία αποκοπής των γεννητικών του οργάνων, της Αρτέμιδος, αργότερα κατά το 10ο-11ο έτος, ως ανυπακοή και ανεξαρτησία του θήλεος απέναντι στο άρρεν και ως διάθεση φυγής από το σπίτι, της Βαναυσότητας ή της Αφροσύνης, ως τάση προς τη σκληρότητα και ως ευχαρί-στηση παρακολουθήσεως ερωτικών συναντήσεων μεταξύ ζώων, του Ναρκίσσου, ως ένα είδος αυτολατρείας, αυτοθαυμασμού, αυτοεξάρσεως και φιλαρεσκείας κατά το εφηβικό στάδιο. Γενικά, η τάση των γονέων καθορίζεται από το διανοητικό επίπεδο του παιδιού, η δε μητέρα είναι η πρώτη παιδαγωγός με τη μεγαλύτερη επίδραση επάνω στο παιδί που είναι η σωματική, ψυχική και πνευματική της συνέχεια. Είναι αυτονόητο, πως ο νοητικός, βουλητικός και συναισθηματικός αποθηλασμός του παιδιού από τους γονείς, η βαθμιαία ανεξαρτησία του ελαφρύνει το έργο τους. Από το άλλο μέρος όμως, αυτή η ενηλικίωση δυσχεραίνει την αποστολή, γνωστικά τουλάχιστον, των γονέων. Οι ερωτήσεις τώρα, είναι σύνθετες και δύσκολες και απαιτούν ειδικές γνώσεις και ευρύτερη μόρφωση, πράγμα που, από τα αρχαία χρόνια, έχει διαπιστώσει ο Ιππόθοος: «Παίδων κρατείν δει των νεωτέρων σοφούς: σοφοί πρέπει να κατευθύνουν τα νεώτερα παιδιά». Η μέθοδος αγωγής εξάλλου, πρέπει να προσαρμόζεται σύμφωνα με τα εκάστοτε αιτήματα της ψυχής τους. Γιατί, όπως τονίζει ο Πλάτων στους «Νόμους» του, «το ήθος των νέων είναι έτσι από τη φύση του, ώστε να παρουσιάζει πολλές μεταβολές στη ζωή κάθε φορά». Ο Θεόφραστος επίσης υπογραμμίζει: «Χαλεπόν καταμαντεύεσθαι περί των νέων· αστόχαστος γαρ ηλικία και πολλά έχουσα μεταβολάς άλλοτ’ επ’ άλλο φερομένη». Η μεταβλητότητα αυτή είναι ευεξήγητη: τα παιδιά ευρίσκονται σε ένα ακατάπαυστο Γίγνεσθαι, οι βιώσεις τους είναι σεισμικές και θύελλα αντιθέσεων μαίνεται στην καρδιά τους. Γι’ αυτό η ψυχική τους ζωή ενέχει δυνάμεις, οι οποίες κάποτε συγκρούονται προς ό,τι αναγνωρίζεται από την κοινωνία ως τίμιο, αγνό, δέον, αξία. Με ξεχωριστή ένταση εκδηλώνεται το ένστικτο της οικειοποιήσεως, της κατοχής και κυριότητας, της εξουσιάσεως. Το συνηθισμένο παιδικό παράπτωμα, η κλοπή, κατάγεται από τούτο το ένστικτο. Η θεραπεία του αρχίζει από την κάλυψη από μέρους των γονέων βασικών αναγκών του παιδιού, γιατί διαφορετικά η ορμή προς αυτοσυντήρηση θα εξακολουθήσει να λειτουργεί, και συνεχίζεται ως προσπάθεια ενισχύσεώς του, ώστε να ανταποκρίνεται οικονομικά στις απαιτήσεις του περιβάλλοντος όπου ζει. Διαφορετικά νιώθει μειονεκτικότητα απέναντι στους συνομηλίκους του. Ένα άλλο συχνό παιδικό παράπτωμα, είναι το ψεύδος. Οι γονείς, με την ασυνέπειά τους, είναι οι πρώτοι δάσκαλοι του ψεύδους. Μια άλλη πηγή ψεύδους είναι οι απειλές των γονέων: «Μάνα, μην υπερτιμάς την τιμιότητά μου. Συχνά ο φόβος της τιμωρίας με σπρώχνει στην ψευτιά», υποστηρίζει ο Άντλερ. Το παιδικό ψεύδος δεν είναι πάντοτε συνειδητό, ιδιαίτερα στη νηπιακή ηλικία, οπότε η νόηση του παιδιού δεν μπορεί να διακρίνει ανάμεσα στο φανταστικό και το πραγματικό. Ο χαρακτήρας της φαντασίας του είναι ενιστικός. Σιγά-σιγά γίνεται συνειδητό, εκούσιο το ψεύδος. Στην πρώτη περίπτωση δεν επιτρέπεται ούτε καν επίπληξη, αλλά με παραστατικό και απλό τρόπο συμβουλεύουμε και προσπαθούμε να εξαγάγουμε το παιδί από τη διάσταση του μύθου, στην οποία ζει. Ως προέκταση του συνειδητού ψεύδους θεωρείται η μυθομανία, μία κατάσταση σχεδόν παθολογική. Οι γονείς πρέπει να δείξουν εδώ, ότι ο ψεύτης και ο μυθομανής, όχι μόνο δεν ηρωοποιείται και δεν καθιερώνεται στις συνειδήσεις των άλλων ανθρώπων, αλλά γίνεται καταγέλαστος. Τέλος, οι γονείς οφείλουν να δαμάσουν την τάση του παιδιού να φιλονικεί με τους άλλους. Η βαθύτερη αιτία της εριστικότητας, είναι η ορμή κάθε ανθρώπου για αναγνώριση της προσωπικής αξίας, για απόκτηση δυνάμεως, για υπεροχή έναντι των άλλων, για επιβολή του «εγώ» του. Η θέληση να υπερτερούμε είναι ανθρώπινο στοιχείο. Η άμιλλα, η αντικοινωνική συμπεριφορά, ο διαγκωνισμός εκπορεύονται από αυτή την ορμή προς επιβολή. Έως ένα βαθμό μάλιστα, όλα αυτά είναι δημιουργικά και ωθούν το κοινωνικό και ιστορικό γίγνεσθαι προς τα εμπρός. Η αγωγή, εν τούτοις, θα τα ελέγξει και δεν θα τα αφήσει να μετατραπούν σε βία και σπαραγμό: η ειρηνική συμβίωση είναι το μεγάλο αίτημα σήμερα και ένας από τους στόχους της αγωγής. Χαρά στην αγωγή που φύτεψε κέδρους επάνω στην αρχαία τετρακτύν: στη γη της αγάπης με ρίζες βυθισμένες στο ύδωρ της καλωσύνης, με κορμούς αγαθούς, ανθεκτικούς στις ριπές των ανέμων και κλάδους λουσμένους από τον ήλιο της Αρετής. Δείτε το άρθρο όπως δημοσιεύτηκε στο Ασφαλιστικό ΝΑΙ, που κυκλοφορεί (Πατήστε επάνω στη φωτογραφία για μεγέθυνση): Ακολουθήστε το Nextdeal.gr στο Google News .
Γρηγόρης Κωσταράς, 27/10/2023 - 11:59 Στοχαστής και Ποιητής ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ - Ο έφεδρος ανθυπολοχαγός του Άξιον Εστί Με άξονα την Ελλάδα!
Γρηγόρης Κωσταράς, 11/09/2023 - 11:19 Παιδεία, Ελευθερία & Δημοκρατία ή «Υπόθεσις δημοκρατικής πολιτείας ελευθερία» (Αριστοτέλης)
Γρηγόρης Κωσταράς, 12/07/2023 - 15:40 Γυναικείον Δράμα και Δίκαιη Πολιτεία! - Οι ιδέες του Πλάτωνα για την γυναίκα και τα δικαιώματά της!
Η απόγνωση και οι νέοι ή εξορκισμός των ολέθριων συνεπειών «Όταν μία γενιά ασχολείται με το στόχο της, δεν γίνεται να νιώσει κόπωση» 1.- Κίβδηλοι καιροί και αγνοί νέοι Κάθε εποχή, όσο... Γρηγόρης Κωσταράς, 29/12/2022 - 16:00
Πέντε επιστολές προς γονείς ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΩΤΗ Ο άνθρωπος είναι το μοναδικό πλάσμα, μέσα στο οποίο φανερώνονται τα όντα: Μέσα στη ματιά του φωτίζεται και καθρεπτίζεται,... Γρηγόρης Κωσταράς, 04/11/2022 - 09:04
Η Δύναμη της Δημοκρατίας «Και δεν συνηθίζει ο δήμος να αναδείχνει κάθε τόσο έναν κατ’ εξοχήν προστάτη του και να του χαρίζει περιωπή και... Γρηγόρης Κωσταράς, 08/09/2022 - 09:07
Η γλώσσα μας (Ι) Η γλώσσα είναι ο ιερός ναός του πνεύματος και ο οίκος του πολιτισμού. Δίχως τη γλωσσική ανάπτυξη θα ήταν... Γρηγόρης Κωσταράς, 05/07/2022 - 10:36
Η θέαση του Μυστηρίου, ως πράξη αποκαλυπτική στον Γρηγόριο Νύσσης και ο θάνατος του θανάτου στη Σταύρωση και την Ανάσταση! Είναι γνωστό και κοινά σχεδόν παραδεκτό πως η χριστιανική φιλοσοφία κληρονόμησε από την αρχαία ελληνική το πρόβλημα της υπερβάσεως του... Γρηγόρης Κωσταράς, 03/05/2022 - 11:03
Στην Σταύρωση και την Ανάσταση - Του Γρηγόρη Φιλ. Κωσταρά «Ο Ιησούς δεν αφήνει, φαίνεται, μετά την Ανάστασή Του να εγγίζουμε παρά μόνο τις πληγές Του: Δεν πρέπει να ενώνουμε... Γρηγόρης Κωσταράς, 20/04/2022 - 14:14